Logo
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Τζέιν Γκούντολ - Εφυγε από τη ζωή η γυναίκα που έδωσε φωνή στους χιμπαντζήδες

Η Τζέιν Γκούντολ έφυγε από τη ζωή ως σύμβολο επιστήμης, αφοσίωσης και ακτιβισμού. Μια γυναίκα που ξεκίνησε χωρίς πτυχίο, σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο, αλλά κατέληξε να θεωρείται η «αγία προστάτιδα» της πρωτευοντολογίας. Κυρίως, όμως, έμεινε για πάντα η φωνή των χιμπαντζήδων και μαζί τους, η φωνή της -και ανθρώπινης- φύσης που κινδυνεύει...

Η Τζέιν Γκούντολ, η σπουδαιότερη πρωτευοντολόγος του κόσμου και η γυναίκα που άλλαξε για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τους χιμπαντζήδες –και κατ’ επέκταση την ίδια την ανθρώπινη φύση– πέθανε σε ηλικία 91 ετών. Η απώλειά της ανακοινώθηκε από το Ινστιτούτο Jane Goodall, που ανέφερε ότι εκείνη βρισκόταν στην Καλιφόρνια, στο πλαίσιο μίας ακόμη ομιλίας της. Η ιστορία της Γκούντολ ξεκίνησε με τον πιο απίθανο τρόπο, γράφει η Washington Post. Το 1957, σε ηλικία μόλις 23 ετών, χωρίς πανεπιστημιακές σπουδές και χωρίς καμία επιστημονική κατάρτιση, αποφάσισε να ταξιδέψει στην Κένυα για να επισκεφθεί μία φίλη της.

Μέχρι τότε εργαζόταν ως γραμματέας στο Λονδίνο και περιστασιακά ως σερβιτόρα, με μοναδικό της εφόδιο την παιδική γοητεία που της είχαν ασκήσει τα βιβλία του «Δόκτορα Ντουλίτλ» και του «Ταρζάν». Ομως, η συνάντησή της στο Ναϊρόμπι με τον σπουδαίο παλαιοανθρωπολόγο Λούις Λίκι επρόκειτο να αλλάξει για πάντα τη ζωή της. Ο Λίκι, πεπεισμένος ότι οι μεγάλες ανθρωποειδείς μαϊμούδες κρύβουν σημαντικά μυστικά για την κατανόηση της ανθρώπινης εξέλιξης, εντυπωσιάστηκε από την αποφασιστικότητα της νεαρής Αγγλίδας. Την προσέλαβε αρχικά ως γραμματέα του, αλλά σύντομα της ανέθεσε κάτι που έμοιαζε αδιανόητο: να ξεκινήσει η ίδια ένα πρόγραμμα παρατήρησης χιμπαντζήδων στην Τανγκανίκα (σημερινή Τανζανία).

Για τον Λίκι, η έλλειψη επιστημονικής εκπαίδευσης δεν ήταν εμπόδιο αλλά πλεονέκτημα: της έδινε, όπως έλεγε, «έναν νου ανεπηρέαστο από θεωρίες». Ετσι, το 1960, η Γκούντολ βρέθηκε στις όχθες της λίμνης Τανγκανίκα και εγκαταστάθηκε στη ζούγκλα του Γκόμπε. Εκεί ξεκίνησε τις παρατηρήσεις της, που τελικά θα έφερναν επιστημονική επανάσταση. Μόλις λίγους μήνες αργότερα, είδε τον «Ντέιβιντ Γκρίζμπιαρντ», όπως η ίδια είχε ονομάσει έναν νεαρό χιμπαντζή, να τρώει ένα νεογέννητο αγριογούρουνο, καταρρίπτοντας τον μύθο ότι οι χιμπαντζήδες είναι αυστηρά χορτοφάγοι. Ακόμα πιο συγκλονιστικό ήταν ότι τον παρακολούθησε να χρησιμοποιεί ένα κομμάτι χόρτου για να «ψαρέψει» τερμίτες από έναν τερμιτόλοφο.

Για πρώτη φορά καταγράφηκε η χρήση εργαλείου από ζώο, κάτι που μέχρι τότε θεωρούταν αποκλειστικό προνόμιο του ανθρώπου. «Τώρα πρέπει είτε να επαναπροσδιορίσουμε τον όρο “εργαλείο”, είτε τον όρο “άνθρωπος”», της έγραψε ο Λίκι. Το εύρημα, που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Nature το 1964, προκάλεσε σεισμό στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Η Γκούντολ δεν είχε ανακαλύψει μόνο νέες συμπεριφορές, αλλά είχε ανοίξει ένα νέο παράθυρο στο τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος.

Η Τζέιν Γκούντολ σε στιγμιότυπο του πρωτοποριακού ντοκιμαντέρ «Miss Goodall and the World of Chimpanzees», που προβλήθηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1965 από το CBS (Photo by CBS via Getty Images)

Η δουλειά της στο Γκόμπε, που κράτησε δεκαετίες όπως γράφει η Washington Post, ανέδειξε τους χιμπαντζήδες ως όντα με προσωπικότητες, συναισθήματα, σχέσεις, συμμαχίες, ακόμη και πολέμους. «Οσο περισσότερο τους παρατηρούσα, τόσο πιο πολύ έβλεπα ότι μοιάζουν με εμάς», έλεγε σε μαθητές το 2016. «Ημασταν, μέχρι τότε, τόσο αλαζόνες που πιστεύαμε ότι είμαστε κάτι εντελώς ξεχωριστό». Η διεθνής αναγνώριση δεν άργησε να έρθει. Το National Geographic έστειλε στο Γκόμπε τον φωτογράφο Χιούγκο βαν Λόουικ, που αργότερα έγινε σύζυγός της. Οι φωτογραφίες της Γκούντολ -ξυπόλητη, ανάμεσα στους χιμπαντζήδες, να τους ταΐζει μπανάνες ή να παρακολουθεί με υπομονή τη ζωή τους- έκαναν τον γύρο του κόσμου.

Μέσα από ταινίες, άρθρα και βιβλία, το κοινό γνώρισε όχι μόνο μία νέα επιστήμη, αλλά και μία γυναίκα που έσπαγε κάθε στερεότυπο: νεαρή, χωρίς πτυχίο, μόνη της στη ζούγκλα, αλλά αποφασισμένη να πετύχει. Το ανδροκρατούμενο επιστημονικό κατεστημένο αρχικά την αντιμετώπισε με καχυποψία, σημειώνει η WP. Η συνήθειά της να δίνει ονόματα στα ζώα και όχι αριθμούς, όπως συνηθιζόταν, θεωρήθηκε «αντιεπιστημονική» και συναισθηματική. Εκανε και λάθη: Οι μπανάνες που χρησιμοποιούσε για να προσελκύσει τους χιμπαντζήδες δημιούργησαν, όντως, εντάσεις μεταξύ τους. Η ίδια παραδέχθηκε αργότερα ότι, αν γνώριζε τις συνέπειες, δεν θα είχε χρησιμοποιήσει ποτέ αυτήν τη μέθοδο. Ωστόσο, όλα αυτά δεν εμπόδισαν τη δουλειά της να αναγνωριστεί ως επαναστατική.

H Τζέιν Γκούντολ το 2017, σε διάλεξή της στο Μπουένος Αϊρες (REUTERS/Agustin Marcarian/File Photo)

Με την πάροδο των χρόνων, η Γκούντολ αναδείχθηκε σε παγκόσμια προσωπικότητα. Δεν ήταν απλώς επιστήμονας. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 αφιερώθηκε στη διάσωση των χιμπαντζήδων και στην προστασία του περιβάλλοντος. Η πληθυσμιακή κατάρρευση των πρωτευόντων την ώθησε να εγκαταλείψει τον μόνιμο σταθμό της στην Αφρική και να ταξιδεύει ανά τον κόσμο, δίνοντας διαλέξεις, συναντώντας ηγέτες και εμπνέοντας τις νέες γενιές. Το Ινστιτούτο Jane Goodall, με έδρα την Ουάσιγκτον, ιδρύθηκε για να στηρίξει όχι μόνο τα καταφύγια χιμπαντζήδων αλλά και τις τοπικές κοινότητες γύρω από αυτά, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και προστατεύοντας τα δάση.

Το πρόγραμμα Roots & Shoots, που ξεκίνησε το 1991 με μια μικρή ομάδα παιδιών στην Τανζανία, σήμερα δραστηριοποιείται σε πάνω από 60 χώρες, εκπαιδεύοντας νέους ανθρώπους σε δράσεις υπέρ του περιβάλλοντος. Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε την προσφορά της με αμέτρητες τιμές: το 2002 έγινε Αγγελιοφόρος Ειρήνης του ΟΗΕ, το 2004 χρίστηκε «Dame» από τη βασίλισσα Ελισάβετ, και το 2025, τον Ιανουάριο σε μια από τις τελευταίες πράξεις του Τζο Μπάιντεν, τιμήθηκε με το Προεδρικό Μετάλλιο Ελευθερίας, τη μεγαλύτερη διάκριση για πολίτες στις ΗΠΑ.

Λευκός Οίκος, 4 Ιανουαρίου 2025.Ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν απονέμει το Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας (REUTERS/Ken Cedeno/File Photo)

Η προσωπική της ζωή, σύμφωνα με την Washington Post, ήταν ταραχώδης. Παντρεύτηκε τον Bαν Λόουικ με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Χιούγκο, όμως ο γάμος δεν άντεξε. Αργότερα, παντρεύτηκε τον Ντέρεκ Μπράισον, διευθυντή των εθνικών πάρκων της Τανζανίας, με τον οποίο έμεινε μέχρι τον θάνατό του το 1980. Παρά τις δυσκολίες, οικονομικές, προσωπικές και ακόμη και μια απαγωγή φοιτητών από αντάρτες στο Γκόμπε το 1975, η Γκούντολ δεν σταμάτησε ποτέ. Η ζωή της, όπως την είχε περιγράψει και η ίδια, δεν ήταν μόνο έρευνα, αλλά μια αποστολή: να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε τα ζώα και το περιβάλλον. «Οι άνθρωποι μεγαλώνουν νομίζοντας ότι τα δάση και τα ζώα θα υπάρχουν για πάντα», έλεγε το 2001. «

Απλώς προσπαθώ να αλλάξω τη στάση τους. Είναι πολύ απλό: θέλω να αλλάξω τον κόσμο έστω και λίγο. Θα τα καταφέρω ποτέ; Οχι. Αλλά γι’ αυτό αξίζει να προσπαθεί κανείς». Η Τζέιν Γκούντολ έφυγε από τη ζωή ως σύμβολο επιστήμης, αφοσίωσης και ακτιβισμού. Μια γυναίκα που ξεκίνησε χωρίς πτυχίο, αλλά κατέληξε να θεωρείται η «αγία προστάτιδα» της πρωτευοντολογίας. Κυρίως, όμως, έμεινε για πάντα η φωνή των χιμπαντζήδων και μαζί τους, η φωνή της φύσης που κινδυνεύει. 

© Kifisia-Life. All Rights Reserved.