ενημέρωση 5:49, 29 March, 2024

Δεκεμβριανά 1944: Ο αστικός τύπος για την παρέμβαση του Scobie

 
  
Η Ελευθερία χαρακτήρισε την προκήρυξη του Scobie «ηθική πράξη», η οποία αποσκοπούσε στην αποκατάσταση της κυβερνητικής εξουσίας σε όλη την επικράτεια. Επιπλέον, διαχώριζε τους κομμουνιστές από τους σοσιαλιστές συνοδοιπόρους τους, οι οποίοι ήθελαν να παραμείνουν στην κυβέρνηση, αλλά λόγω «μιας κακώς εννοούμενης αλληλεγγύης […] παρακολούθησαν το ΚΚΕ στην αποχώρησή του».

Η εφημερίδα προέβαλλε έτσι σαν ριζοσπαστική κίνηση την παραίτηση των εαμικών υπουργών – την οποία καταλόγιζε εσφαλμένα σε πρωτοβουλία των κομμουνιστών– και υπογράμμιζε πως η αποχώρηση αυτή δεν συνιστούσε διάσπαση της εθνικής ενότητας, διότι το ΚΚΕ δημιουργούσε προσκόμματα σε αυτήν – όπως με την επιμονή του στη διατήρηση του ΕΛΑΣ, με στόχο να τον χρησιμοποιήσει σε μια επαναστατική πολιτική. Η εφημερίδα κατέληγε επισημαίνοντας πως «η αποχώρηση του ΚΚΕ, το οποίο μέσα στην κυβέρνηση θύμιζε τον διχασμό και όχι την ενότητα, δεν θα εμποδίσει ούτε την ζωή ούτε την πρόοδο της Ελλάδος».

 
Τα Καθημερινά Νέα σημείωναν πως οι προκηρύξεις του Βρετανού στρατηγού είχαν δημοκρατικό πνεύμα και αποτελούσαν πρόσθετη εγγύηση ότι οι ελευθερίες του ελληνικού λαού δεν κινδύνευαν από κανέναν. Η εφημερίδα προσέθετε πως τα μέτρα που εξήγγειλε ο Scobie τερμάτιζαν μια βίαιη κατάσταση, αφού η αποστράτευση των ανταρτών αποτελούσε το τελευταίο στάδιο για τη μετάβαση σε ομαλό πολιτικό βίο.


Επιπλέον, σε μια ανάλυση των αιτίων της διάσπασης της κυβέρνησης, η εφημερίδα εντόπιζε τρεις παράγοντες: πρώτον, την προκλητικότητα της πολιτικής και ταξικής αντίδρασης, δεύτερον, τη μόνιμη δυσπιστία της Αριστεράς και την υπερτροφική της αντίληψη για τον ρόλο που κατείχε στην εθνική ζωή της χώρας και, τέλος, την έλλειψη πολιτικού σθένους των συνεργαζομένων με το ΚΚΕ κομμάτων να κάνουν την πατριωτική τους πρόθεση πολιτική πράξη.
 
Τα Καθημερινά Νέα σημείωναν πως ήταν δικαιολογημένος ο φόβος των κομμουνιστών για αναβίωση βίαιων λύσεων, διότι εκείνοι που δεν αναγνώριζαν τον πατριωτισμό της Αριστεράς καλλιέργησαν εμφυλιοπολεμικό κλίμα, εξαιτίας του τυφλού ιδεολογικού και κομματικού τους πάθους, και έφεραν ευθύνη για τη διάσπαση της κυβέρνησης. Ωστόσο, σύμφωνα με τον συντάκτη, οι κομμουνιστές έδωσαν επιχειρήματα στους αντιπάλους τους να πιστεύουν ότι προόριζαν τους εαυτούς τους για νέους τυράννους, αφού οι συνεχείς υπαναχωρήσεις τους –εξαιτίας της καχυποψίας τους– και η προβολή ολοένα και περισσότερων όρων έθετε σε κίνδυνο όλους τους υπόλοιπους. Η εφημερίδα κατέληγε σημειώνοντας ότι οι δύο αυτές παρατάξεις υπερθεμάτιζαν τα πολιτικά τους συμφέροντα και ότι ο προγραμματικός λόγος του πρωθυπουργού ήταν κοινή πίστη όλων των Ελλήνων πως «ο λαός μπορεί να είναι ήσυχος ότι έχει εμπιστευθεί την τύχη του σε ελεύθερους ανθρώπους».
 
Σύμφωνα με την Ανεξαρτησία, το διάγγελμα του Scobie απηχούσε «το πραγματικό αίσθημα του ελληνικού λαού» και αποδείκνυε την πολύτιμη συνδρομή του βρετανικού έθνους. Η εφημερίδα επισήμαινε ότι το ρήγμα που προήλθε στην κυβέρνηση με την αποχώρηση του ΕΑΜ ήταν τυπικό, καθώς το έθνος παρέμενε αρραγές και σημείωνε ότι «οι απαθλιωμένες Κασσάνδρες οι οποίες εκφράζουν φόβους ότι την 11η Δεκεμβρίου […] τον ελληνικό ουρανό θα φωτίσουν φλόγες εμφυλίου σπαραγμού, απαγγέλλουν αξιοθρήνητη προφητεία», αφού κανείς δεν θα τολμήσει να αρχίσει εμφύλιο πόλεμο, αλλά ακόμα και αν κάποιος τολμήσει, ο βρετανικός σύμμαχος θα βοηθήσει τον ελληνικό λαό.
 
Η Ανεξαρτησία, υπερθεματίζοντας τις θυσίες της Βρετανίας στους πολέμους της Ευρώπης κατά της ανελευθερίας, ασκούσε ψυχολογική πίεση στους στρατιώτες και υπογράμμιζε «ότι όταν κοιτάξουν οι επίστρατοι της Εθνοφυλακής τις στολές και τα όπλα τους θα γνωρίσουν διατί είναι αγγλικά, διατί τα έδωσε η Αγγλία θα εννοήσουν ότι αφού τα επήραν, αφού φόρεσαν τις στολές, έχουν πλέον αναλάβει και κάποια υποχρέωση». Τέλος, επισήμαινε ότι η Ελλάδα είχε πολύ μεγαλύτερο κέρδος από τη Βρετανία να αποκτήσει η ίδια κράτος και σημείωνε την ευθύνη που είχαν κυρίως όσοι «φορούσαν το χακί» να τηρήσουν την τάξη.
 
Κατά τη Δόξα η εκβιαστική μέθοδος του ΚΚΕ με την απειλή εμφυλίου πολέμου, παρ’ ότι υπήρξε αποτελεσματική, δεν μπορούσε να συνεχιστεί, καθώς η κυβέρνηση αυτή τη φορά αρνείτο να υποχωρήσει και «να παραδώσει την Ελλάδα εις την φατρία». Επισημαίνοντας πως ο μόνος θεμιτός διαχωρισμός που ο λαός αναγνώριζε ήταν αυτός μεταξύ εθνικοφρόνων –όπου συμπεριλαμβανόταν η άκρα Δεξιά μέχρι την «ορθώς εννοούμενη αριστερά»– και κομμουνιστών, η εφημερίδα υπογράμμιζε πως το ένοπλο κόμμα δεν είχε δικαίωμα να διεκδικεί θέση στην πολιτική ζωή του τόπου και έπρεπε να διαλυθεί.
 
Αν τελικώς το ΚΚΕ έμενε στην κυβέρνηση θα έπρεπε να τηρεί τις υποχρεώσεις του. Σημείωνε, επίσης, πως ο εμφύλιος πόλεμος δεν θα γίνει καθώς οι κομμουνιστές, παρότι πιθανόν να τον επιθυμούν, δεν έχουν τις δυνάμεις για να επικρατήσουν, αφού «είναι εις θέση να τον καταπνίξει εν τη γενέσει του ο στρατός της Ελλάδος, ο οποίος εις πείσμα αυτών και των εχθρών μας δεν πρόκειται να διαλυθεί». Τέλος, τόνιζε πως αυτός που έπρεπε να διαλυθεί ήταν ο ΕΛΑΣ μαζί με τις υπόλοιπες αντάρτικες οργανώσεις.
 
Η Μεγάλη Ελλάς, που θεωρούσε ότι οι προκηρύξεις του Scobie συνετάχθησαν με «όλην την αβρότητα Άγγλου ευπατρίδου και με διάχυτον τον απόλυτον σεβασμόν προς τα κυριαρχικά δικαιώματα του ελληνικού λαού», υποστήριζε ότι προκάλεσαν ικανοποίηση οι διαβεβαιώσεις για την αποκατάσταση της τάξης και τόνιζε ότι εξαγγέλθηκαν ακριβώς την κατάλληλη στιγμή, αφού η αδιαλλαξία των κομμουνιστών είχε φέρει τους φιλήσυχους πολίτες σε απόγνωση. Κατά την εφημερίδα η πολιτική αυτή έπρεπε να συνεχισθεί με τον τερματισμό των διαβουλεύσεων με τους «εκτραχηλισμένους ανθρώπους της αριστεράς», οι οποίοι στην περίπτωση που αρνούνταν να αποστρατευθούν θα έπρεπε πάραυτα να τεθούν εκτός νόμου.


 
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο αστικός Τύπος παρουσίαζε την προκήρυξη του Scobie ως σωτήρια για την Ελλάδα και ως την κατάλληλη λύση στην κρίση αποστράτευσης. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τύπος εξήρε τη συμβολή των βρετανών συμμάχων στην απελευθέρωση της Ελλάδος, τελικό στάδιο της οποίας θεωρείτο ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ, ενώ οι διαταγές του βρετανού στρατηγού προβάλλονταν ως χειρονομία καλής θέλησης της βρετανικής κυβέρνησης, που φερόταν να επιζητά την πρόοδο της χώρας και τη διασφάλιση των ελευθεριών του ελληνικού λαού.
 
Έτσι, καμία εφημερίδα του αστικού Τύπου δεν αναγνώριζε τη διαταγή αποστράτευσης του βρετανού στρατηγού ως παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας και το γεγονός ότι δεν υπήρχε σχετική απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, όχι μόνο δεν ήταν άξιο μομφής, αλλά θεωρείτο μη απαραίτητο, αφού αξιωματικά ο Scobie είχε κάθε δικαίωμα να απαιτήσει από τους κομμουνιστές την αποστράτευσή τους. Αυτό εξηγείται από τη θεώρηση εκ μέρους του Τύπου ότι οι κομμουνιστές επεδίωκαν τη διατήρηση του στρατού τους ώστε να επηρεάζουν τις πολιτικές αποφάσεις.
 
Αντιθέτως, ο ξένος παράγοντας, ο Scobie, παρουσιαζόταν σαν καλός πατέρας που προσπαθούσε να νουθετήσει τους Έλληνες και να λάβει τα δέοντα μέτρα για αυτούς. Ο βρετανός στρατηγός και εν γένει η βρετανική κυβέρνηση, όχι μόνο είχαν το δικαίωμα να αποφασίζουν για θέματα που υπόκειντο στη δικαιοδοσία της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά είχαν και την ηθική υποχρέωση να το πράξουν αφού, σύμφωνα με τις αστικές εφημερίδες, τα συμφέροντα της Ελλάδας ταυτίζονταν με αυτά της Βρετανίας.
 
Αποτέλεσμα ήταν ότι όπως η ελληνική αστική τάξη προθυμοποιείτο να ακολουθήσει τις υποδείξεις της βρετανικής κυβέρνησης για να εξασφαλίσει τη συνδρομή της –ώστε να διατηρήσει την κυριαρχία της–, έτσι και ο αστικός Τύπος θεωρούσε ότι ο προορισμός της χώρας έπρεπε να είναι η επάνοδος στην ομαλότητα, η οποία ταυτιζόταν με την επάνοδο στην προπολεμική τάξη πραγμάτων. Η τακτική που έπρεπε να ακολουθηθεί για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, χωρίς να θίγεται η κυριαρχία της αστικής τάξης, ήταν διττή. Αφενός έπρεπε να πραγματοποιηθεί ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ, χωρίς την ταυτόχρονη αποστράτευση των φιλομοναρχικών εθελοντικών σωμάτων και χωρίς την απομάκρυνση των δωσιλόγων από τον κρατικό μηχανισμό και, αφετέρου, έπρεπε να γίνουν σεβαστές οι εντολές της βρετανικής κυβέρνησης, οι οποίες αποτελούσαν την «πυξίδα» για αυτήν την κατεύθυνση. Όπως προβαλλόταν, οι βρετανικές παρεμβάσεις δεν έβλαπταν τα συμφέροντα της χώρας και του λαού της, διότι η Βρετανία πάντοτε επεδίωκε το καλό της Ελλάδας, αλλά και όλης της Ευρώπης, αφού ήταν η μεγάλη προστάτιδα και παράδειγμα προς μίμηση. Συνεπώς δεν υπήρχε λόγος η χώρα να ακολουθεί ανεξάρτητη πολιτική.
 
Επιπροσθέτως, κατά τον αστικό Τύπο η παραίτηση των εαμικών υπουργών δεν απαιτούσε περαιτέρω διαβουλεύσεις για τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης, ούτε εξέταση των μέτρων που οδήγησαν στην παραίτησή τους. Αντιθέτως, η αποχώρησή τους προβλήθηκε ως καλή εξέλιξη –στην ουσία λυτρωτική–, που θα επίλυε την κρίση που ξέσπασε αφού οι κομμουνιστές, η τακτική και οι στόχοι τους, παρουσιάζονταν από τη μεγαλύτερη μερίδα του αστικού Τύπου ως η αιτία όλων των προβλημάτων που προέκυψαν. Εξάλλου, σύμφωνα με τον εθνικιστικό Τύπο, οι κομμουνιστές που δεν ανήκαν στην καλώς εννοούμενη Αριστερά, δεν ανήκαν στο έθνος και άρα δεν είχαν θέση ούτε σε μία κυβέρνηση εθνικής ενότητας.
 
Τα εαμικά έντυπα
 
Από την άλλη μεριά, τα εαμικά έντυπα κατήγγειλαν την παρέμβαση του Scobie στα εσωτερικά της Ελλάδας και υπογράμμιζαν πως οι ενέργειές του ευνοούσαν την άκρα Δεξιά, ενώ επισήμαιναν τους φόβους για εκδήλωση πραξικοπήματος από τις παραστρατιωτικές δυνάμεις. Ωστόσο, διαφοροποίηση μεταξύ της Μάχης και του Ριζοσπάστη παρατηρείται σε ό,τι αφορά τη στάση που αναμέναν ότι θα τηρήσει ο Παπανδρέου. Η μεν Μάχη παρουσίαζε τον έλληνα πρωθυπουργό ως κοινωνό των αντιλήψεων της Αριστεράς, σε σχέση με την υπέρβαση καθηκόντων εκ μέρους του Βρετανού στρατηγού, και προέβαλε ότι ο Παπανδρέου θα προσπαθούσε να εξομαλύνει την κατάσταση σε συνεργασία με το ΕΑΜ. Αντιθέτως, ο Ζεύγος, μέσω του Ριζοσπάστη, κατηγορούσε τον Παπανδρέου και τους αστούς πολιτικούς πως ήθελαν να αφοπλίσουν τον ΕΛΑΣ, ώστε να επιβάλουν μια νέα 4η Αυγούστου, και προειδοποιούσε πως την απάντηση θα τη δώσει ο ελληνικός λαός, που θα αντισταθεί σε οποιαδήποτε προσπάθεια επιβολής δικτατορικού καθεστώτος.
 
Σύμφωνα με τη Μάχη το διάγγελμα του Scobie επέτεινε την πολιτική ένταση, δεν συντελούσε στην εξομάλυνση της κατάστασης και ενίσχυε τη θέση της άκρας Δεξιάς, η οποία εκμεταλλευόταν στο έπακρο τις δηλώσεις του Scobie περί «τρομοκρατίας και εξαπάτησης», για την κατάσταση που υποτίθεται ότι επικρατούσε στην ελληνική ύπαιθρο. Οι δηλώσεις περί φωνασκιών, συνέχιζε η Μάχη, συμβάδιζαν με την «απέχθεια της δεξιάς προς τα χωνιά».
 
Παρ’ όλα αυτά, η εφημερίδα, προωθώντας συμβιβαστική πολιτική, εξέφραζε αισιοδοξία για την έκβαση της κατάστασης και σημείωνε πως πιθανότατα ο Παπανδρέου θα αντιδρούσε στις ενέργειες του Scobie με την παραίτησή του, καθώς ο πρωθυπουργός, όπως υποστήριζε η Μάχη, δεν επιθυμούσε τις έξωθεν παρεμβάσεις. Σημείωνε μάλιστα πως υπήρχαν πληροφορίες ότι ο Παπανδρέου μελετούσε κατά πόσο το διάγγελμα του Βρετανού στρατηγού δικαιολογούσε αίτηση για αντικατάστασή του. Τέλος, επισήμαινε πως «στους κύκλους της αριστεράς εκφράζεται η ελπίδα ότι ο κ. Πρωθυπουργός, έστω και την τελευταία στιγμή θα κατανοήσει την άποψη της Αριστεράς και θα θελήσει να επανέλθει στις απόψεις που ο ίδιος είχε υπογράψει στις 22 Νοεμβρίου», προβάλλοντας έτσι τη θέση του Τσιριμώκου για τον ρόλο του Παπανδρέου, όπως την εξέφρασε κατά την συνεδρίαση της ΚΕ του ΕΑΜ της 1ης Δεκεμβρίου.
 
Από την άλλη μεριά ο Ζεύγος, σε κύριο άρθρο του Ριζοσπάστη, υπογράμμιζε πως ενώ η Αριστερά με το τεράστιο κύρος της έδωσε τη μαζική λαϊκή βάση και στήριξε την κυβέρνηση διαπίστωσε πως η τελευταία δεν θέλησε να δώσει τέλος σε μια κατάσταση που αποτελούσε «ζήτημα στοιχειώδους εθνικής αξιοπρέπειας», αφού ή την ανεχόταν ή την προκαλούσε. Σύμφωνα με τον Ζεύγο αυτό συνέβαινε διότι «στην πολιτική της κυριαρχεί ένας σκοπός· να αφοπλίσει τον λαό, να εξοπλίσει την αντίδραση και να επιβάλει ξανά την μοναρχοφασιστική δικτατορία της 4ης Αυγούστου […] Τρέμει την λαϊκή βάση του ΕΑΜ και θέλει να στηριχτεί στους δωσιλόγους […]». Σε αυτήν την κατάσταση ήταν επιβεβλημένη η παραίτηση των υπουργών του ΕΑΜ, συνέχιζε ο Ζεύγος, και υπογράμμιζε ότι «Ο κ. Παπανδρέου ανασχηματίζει την κυβέρνησή του προς τα δεξιά στην κυβέρνηση εμφυλίου πολέμου». Το άρθρο κατέληγε: «Τώρα τον λόγο τον έχει ο ελληνικός λαός. Οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ, που τους ζητούν να παραδώσουν τα τιμημένα και κερδισμένα σε μάχες όπλα τους. Οι περήφανοι πολίτες της Αθήνας, που αντιμετώπισαν νικηφόρα τις ορδές των Γερμανών και των προδοτών […] Ο ελληνικός λαός θα σαρώσει την κυβέρνηση του εμφυλίου πολέμου και θα δημιουργήσει μια κυβέρνηση πραγματικής εθνικής ενότητας».
 
Η Ελεύθερη Ελλάδα κατηγορούσε την προδοτική Δεξιά πως κατέφευγε σε «κάθε λογής ατιμίες», προκειμένου να προκαλέσει επέμβαση των Άγγλων Συμμάχων στα εσωτερικά της χώρας, επισήμαινε πως ήταν αλγεινή η εντύπωση που προκάλεσε η ανάμειξη του Scobie στα εσωτερικά της ελεύθερης και ανεξάρτητης Ελλάδας και τόνιζε ότι μετά την παραίτηση των λαοπρόβλητων υπουργών του ΕΑΜ, η κυβέρνηση δεν είχε κύρος και, αντίθετα, μετατράπηκε σε κυβέρνηση εμφυλίου πολέμου.
 
H ελλάς και ο ριζοσπάστης
 
Όσα έγραφε η Ελλάς έρχονταν σε αντίθεση με την άμεση καταδίκη της βρετανικής επέμβασης στην Ελλάδα από μερίδα Βρετανών βουλευτών και του βρετανικού Τύπου, αλλά και με την επίσημη έμμεση αποδοκιμασία από την πλευρά των Αμερικανών. Η εφημερίδα, που στον τίτλο της σημείωνε ότι είναι «Όργανο του Ελληνικού Λαού» –σε αντιπαράθεση με τον Ριζοσπάστη που επισήμως αποτελούσε όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ–, κατήγγειλε ότι το κομμουνιστικό κόμμα ξεκίνησε εμφύλιο πόλεμο, ότι κήρυξε την επανάσταση κατά του κράτους και ότι πήρε τα όπλα κατά της νόμιμης κυβέρνησης, στην προσπάθειά του να επιβάλει κομμουνιστική δικτατορία.
Η Ελλάς κατήγγειλε ότι η επίθεση του ΚΚΕ για την κατάληψη της εξουσίας ήταν «συστηματικώς και από μακρού οργανωθείσα» και την συνέκρινε με την προσπάθεια επιβολής φασιστικού καθεστώτος στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας πως όπως ο ελληνικός λαός είπε «ΟΧΙ» την 28η Οκτωβρίου 1940, το ίδιο θα έπραττε και πάλι.


 
Ταυτόχρονα εξέφραζε την ευγνωμοσύνη της προς τη μεγάλη σύμμαχο Αγγλία και εξήρε τη συμβολή των «ηρωικών τέκνων της Μεγάλης Βρετανίας», υπογραμμίζοντας πως μια μέρα «θα κλίνει γόνυ η Ελλάς» μπροστά σε αυτούς τους στρατιώτες.

Ο Ριζοσπάστης, εκμεταλλευόμενος στο έπακρο την αντίθεση των Αμερικανών στους βρετανικούς χειρισμούς, όπως σημείωνε και ο Leeper, ανέφερε ότι επρόκειτο να συνέλθει τριμερής διάσκεψη για να εξετάσει αν οι Βρετανοί τήρησαν τους όρους των συμφωνιών του Ατλαντικού και της Τεχεράνης. Επιπλέον, υπερθεμάτιζε την αντίθεση των Αμερικανών στη βρετανική πολιτική και αναπαρήγαγε τις δηλώσεις Stettinius, ενώ έδινε έμφαση στην κριτική που δεχόταν ο Churchill στη Βουλή των Κοινοτήτων. Τέλος, υπογράμμιζε πως η παγκόσμια κοινή γνώμη βρισκόταν στο πλευρό του ελληνικού λαού.


 
Η Ελλάς, ερμηνεύοντας τη δήλωση Stettinius ως στήριξη προς τον Churchill, για προπαγανδιστικούς λόγους εμφανίζει πλήρη σύμπνοια μεταξύ αυτού και των ΗΠΑ. Παράλληλα, καλούσε τους ελασίτες να καταθέσουν αμέσως τα όπλα, αφού ο βρετανός πρωθυπουργός γνωστοποίησε την πρόθεσή του να «προστατεύσει» την Ελλάδα, και επισήμαινε πως η πίστη του ΚΚΕ για νίκη του επί της Βρετανίας ανήκε στη σφαίρα της φαντασίας.
 
Στις 12 Δεκεμβρίου, τα κόμματα και οι οργανώσεις που συνεργάζονταν με το ΕΑΜ έστειλαν υπόμνημα στον Leeper στο οποίο, αφού σημείωναν την κατάπληξη του ελληνικού λαού για την αναφορά του Churchill περί των «σπειρών και συμμοριών των ορέων και των τρομοκρατών της υπαίθρου» που κατέβηκαν στην Αθήνα, επισήμαιναν την υποχρέωσή τους να καταστήσουν γνωστό πως τον αγώνα διεξήγαγε η πλειοψηφία του ελληνικού λαού μαζί με τον ΕΛΑΣ «εναντίον των σπειρών των τρομοκρατών» – τις οποίες χρησιμοποιούσε ο Scobie για να σφαγιάσει τον λαό Αθηνών-Πειραιώς. Το υπόμνημα κατέληγε υπογραμμίζοντας πως «Ο σημερινός αγώνας που διεξάγει ο ελληνικός λαός με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δεν είναι επανάσταση κομμουνιστική, αλλά ένα κίνημα που αναγκάστηκε να ξεσηκωθεί για την υπεράσπιση της εσωτερικής λευτεριάς του και της ανεξαρτησίας της Πατρίδος».
 
Παράλληλα, οι επικρίσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων κατά των χειρισμών του Churchill στο ελληνικό ζήτημα συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, ενώ το Εργατικό Κόμμα ζήτησε διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό των εχθροπραξιών.
 
Το άρθρο του Hoare στους Times στις 18 Δεκεμβρίου τόνιζε πως οι επιλογές των Ελλήνων ήταν ή εμφύλιος πόλεμος ή εθνική συμφιλίωση. Η επίτευξη της δεύτερης λύσης προϋπέθετε, σύμφωνα με τον Hoare, την αντικατάσταση του Παπανδρέου, την καθολική αποστράτευση, την εκκαθάριση όλων των δημόσιων υπηρεσιών από τους φασίστες, τη δίκη των δωσιλόγων και, τέλος, την εφαρμογή των μέτρων ασφαλείας δίκαια και αμερόληπτα για τα δύο αντιμαχόμενα μέρη.
 
Παρ’ όλες τις διεθνείς αντιδράσεις, η Ελλάς δεν αναγνώριζε στο ελάχιστο, κάποια έστω, δίκαια αιτήματα του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και ταυτόχρονα αναπαρήγαγε τα λόγια του Churchill ότι το ΚΚΕ επαναστατούσε κατά του κράτους με τα όπλα που του δόθηκαν από τους συμμάχους για να απελευθερώσει την πατρίδα. Τόνιζε πως το ΚΚΕ επρόκειτο να επιβάλλει δικτατορία αλλά «χάρις στην βοήθεια των Βρετανών συμμάχων μας η τρομοκρατία του κομμουνιστικού κόμματος θα εξαλειφθεί από την χώρα μας». Η εφημερίδα υπογράμμιζε τέλος ότι «η ιστορική ευθύνη θα βαρύνει εξ ολοκλήρου την άκρα αριστερά και τους αδιάλλακτους ηγέτες της», αναπαράγοντας τις δηλώσεις Παπανδρέου περί επανάληψης της περιπέτειας του Λιβάνου και της επικράτησης των αδιαλλάκτων.

* Απόσπασμα από το βιβλίο Η μάχη της προπαγάνδας, της Δανάης Γιαννοπούλου, εκδόσεις Ασίνη

Πηγή:tvxs

Τελευταία τροποποίηση στιςΚυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 13:48

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.