ενημέρωση 6:43, 23 September, 2023

Φουλ του Τσέχοφ

Εκατόν δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του και την πρεμιέρα του «Βυσσινόκηπου» ο ρώσος δραματουργός επιστρέφει στις σκηνές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, από τις οποίες δεν έφυγε ποτέ
 
Φουλ του Τσέχοφ
  1  
 
«Πρέπει να ανεβάζουμε κάθε δυο-τρία χρόνια Τσέχοφ γιατί κάνει καλό στην ηθική μας υγεία" λέει ο Πέτερ Στάιν» υπενθυμίζει ο Νίκος Καραθάνος που καταπιάνεται φέτος με τον πρώτο του Τσέχοφ, υιοθετώντας την άποψη του γερμανού θεατρανθρώπου: την προσεχή άνοιξη στη Στέγη θα παιχθεί ο «Βυσσινόκηπος». «Επιστρέφουμε στον Τσέχοφ σήμερα γιατί όλο και πιο πολύ αναρωτιόμαστε τι νόημα έχει η ασυνάρτητη δυστυχισμένη μας ζωή» προσθέτει καθώς ανατρέχει σε μια χαρακτηριστική φράση του έργου: «Να τη η ευτυχία, να τη έρχεται... Κι αν δεν τη δούμε εμείς, θα τη δουν κάποιοι άλλοι».

Με τα μικρά και τα μεγάλα ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης στο επίκεντρο, ο γιατρόςΤσέχοφ έδωσε στον συγγραφέα Τσέχοφ την πρώτη ύλη για θεατρικά και πεζά που μιλούν κατευθείαν στην ψυχή.  
Τρία από τέσσερα μεγάλα του έργα - εκτός από τις «Τρεις αδελφές» - και ένα από τα δύο του πρώιμα - όχι ο «Ιβάνοφ», θα παιχτούν στις σκηνές της Αθήνας αλλά και στη Θεσσαλονίκη: Είναι ο «Γλάρος», ο «Θείος Βάνιας», ο «Βυσσινόκηπος» και ο «Πλατόνοφ».

Ο κορυφαίος ρώσος δραματουργός έχει (και) φέτος την τιμητική του, ίσως γιατί συμπληρώνονται 110 χρόνια από τον θάνατό του (1904) αλλά και από την πρεμιέρα του «Βυσσινόκηπου». Ισως πάλι γιατί ο Τσέχοφ και το θέατρο πάνε μαζί. Μόνος του, λένε στο θέατρο, είναι μια ολόκληρη κατηγορία.
 
Συγκίνηση και ουσία

«Κλασικός για πάντα θα μείνει ο Τσέχοφ» επισημαίνει ο Κώστας Φιλίππογλου «γιατί χτυπάει στο γενικό. Δεν πιάνει την ειδική ψυχοσύνθεση, πιάνει όλη την κατάθλιψη, πιάνει την ανάγκη για αποδοχή, τον φόβο της απόρριψης και συγκινεί. Συγκινεί, κι αυτό είναι το σημαντικό. Μιλάει για το δράμα που βιώνουμε» εξηγεί.

Για τον σκηνοθέτη που από πέρυσι είχε στραφεί προς τον «Γλάρο» και τον μελετούσε, η συνύπαρξη πολλών έργων του Τσέχοφ στις αθηναϊκές σκηνές φέτος εξηγείται από το«συλλογικό ασυνείδητο».

«Ο Τσέχοφ δεν ανεβάζει στη σκηνής σούπερ ήρωες. Το δράμα που περνούν οι ήρωές του ταυτίζεται με το δικό μας. Είναι υπαρξιακό και απολύτως αναγνωρίσιμο» καταλήγει.

«Μας αγαπάει πολύ ο Τσέχοφ και γι' αυτό πιστεύω ότι τον αγαπάμε κι εμείς» αναφέρει σχετικά η Λίλυ Μελεμέ: «Αγκαλιάζει με αγάπη και τρυφερότητα τις αδυναμίες, τα λάθη και τα πάθη μας... Σήμερα, που υπάρχει τόση ανάγκη επιστροφής στα ουσιώδη της ζωής, είναι φυσικό ο Τσέχοφ να δεσπόζει στο σανίδι».

Οσο για τον «Θείο Βάνια», η σκηνοθέτρια τονίζει: «Παρά την ατμόσφαιρα φθοράς και αδιεξόδου που ζουν οι ήρωές του, καταφέρνει να δώσει μια ελπίδα. Παρουσιάζει έναν καθρέφτη και είναι σαν να μας λέει: Μη χάσετε το τρένο. Μην επενδύετε στο μέλλον, μη γυρνάτε στο παρελθόν. Ζήστε το τώρα. Ισως γιατί πίστευε στη δυνατότητα της ανθρώπινης φύσης».

Ο Γιάννης Βούρος βλέπει τον «Γλάρο» μέσα από τη ματιά της «διαφορετικότητας» και επισημαίνει ότι «κάθε δεκαετία βρίσκει τη δική της οπτική και ανάγκη για να ακουμπήσει πάνω στο έργο του Τσέχοφ, ίσως γιατί η οπτική και οι ανάγκες των χαρακτήρων του έργου είναι τόσο αρχέγονες όσο και διαχρονικές». Ειδικότερα, συνεχίζει, «αυτό που με ενδιαφέρει και με γοητεύει είναι ότι όλοι οι ήρωές του ανήκουν στην ίδια ομάδα, ότι συνδέονται μεταξύ τους. Κι όμως μέσα στην ίδια ομάδα έχουμε όλες αυτές τις διαφορετικές τάσεις».

Οσο για τον «Βυσσινόκηπο» που υπογράφει η ντίβα της όπερας Τζένη Δριβάλα να πούμε ότι η ιδέα αυτής της παραγωγής προέκυψε από τον ίδιο τον χώρο. Το νεοκλασικό με τους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους θα λειτουργήσει ως «φυσικό σκηνικό». «Θέλω να νιώσει ο θεατής σαν να παρίσταται σε ένα κινηματογραφικό πλατό, όπου γυρίζεται ταινία το θεατρικό έργο» λέει σχετικά.
 
Οι παραστάσεις που θα δούμε

Πρώτος, στις 26 Σεπτεμβρίου, θα ανέβει ο «Βυσσινόκηπος» από την Τζένη Δριβάλα στο Ιδιόμελο, στο Μαρούσι. Μαζί της οι Μαρία Κοντογούρη, Ερμίνα Γεράρδη, Ελένη Μονιώδη, Γιάννης Μπόγρης, Ανδρέας Παπαγιαννάκης, Βασίλης Ασημάκης, Αλέξανδρος Γάβαρης, Γαβριήλ Αντωνέλλος. Συνολικά θα δοθούν δώδεκα παραστάσεις ως τις 19/10.

Στα μέσα φθινοπώρου θα κάνει πρεμιέρα «Ο γλάρος» στο Θησείον, σε σκηνοθεσία Κώστα Φιλίππογλου με τους Ναταλία Τσαλίκη, Αλέξανδρο Λογοθέτη, Γιάννη Στεφόπουλο, Σοφία Γεωργοβασίλη, Ιριδα Μάρα, Γιάννη Καραούλη, Σοφία Γεωργοβασίλη.

Θα ακολουθήσει, τον προσεχή Δεκέμβριο, «Ο θείος Βάνιας» στη σκηνή του θεάτρου Δημήτρης Χορν σε σκηνοθεσία Λίλυς Μελεμέ με τους Γιάννη Φέρτη, Γιάννη Βόγλη, Στέλιο Μάινα, Μαρίνα Ψάλτη, Ερση Μαλικένζου, Αλεξία Καλτσίκη, Μελίνα Βαμβακά, Χάρη Χαραλάμπους.  

Τον «Πλατόνοφ» θα ανεβάσει ο Ενκε Φεζολάρι στον Τεχνοχώρο Cartel με τον Παναγιώτη Σούλη ενώ η Κατερίνα Μπερδέκα καταπιάνεται εμμέσως με τον Τσέχοφ: Ετοιμάζει ένα άτιτλο προς το παρόν έργο που εξελίσσεται στο φουαγέ ενός θεάτρου ενώ στο βάθος ακούγεται ως  παράσταση εν εξελίξει «Ο βυσσινόκηπος».  

Το ύστατο θεατρικό του ρώσου δραματουργού θα κλείσει ατύπως την τσεχοφική σεζόν: τον Απρίλιο, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ο Νίκος Καραθάνος θα παρουσιάσει τη δική του σκηνοθετική εκδοχή για τον «Βυσσινόκηπο».

Κι αν το Εθνικό Θέατρο δεν έχει περιλάβει Τσέχοφ στο φετινό του ρεπερτόριο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος έχει ήδη ανακοινώσει ένα έργο του: Συγκεκριμένα, τον Μάρτιο, στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών θα κάνει πρεμιέρα άλλος ένας «Γλάρος», σε σκηνοθεσία του καλλιτεχνικού του διευθυντή Γιάννη Βούρου και μετάφραση της Ξένιας Καλογεροπούλου, με την Κοραλία Καράντη στον ρόλο της Αρκάντινα και πιθανότατα τον ίδιο τον σκηνοθέτη, σε διπλή διανομή, στον ρόλο του Τριγκόριν.

Τέλος, φαίνεται πως και το Θέατρο Τέχνης θα ανεβάσει τη σεζόν 2014-2015 ένα από τα θεατρικά του έργα.

«Τελικά είμαι μέτριος δραματουργός» 

«Θα έλεγα τελικά πως είμαι μέτριος δραματουργός» έγραφε ο Αντον Πάβλοβιτς Τσέχοφ στη συγγραφέα Ελενα Σαβρόβα με αφορμή τον «Γλάρο», το έργο που ξεκίνησε με παταγώδη αποτυχία (1896) για να καταλήξει στο αναπάντητο ως σήμερα ερώτημα αν «ο "Γλάρος" ή ο Στανισλάφσκι έφερε την ανανέωση στο θέατρο». Ακολούθησαν τα θεατρικά «Ιβάνοφ» (1898), «Θείος Βάνιας» (1899) «Τρεις αδελφές» (1901) και «Βυσσινόκηπος» (1904), ενώ ο «Πλατόνοφ», που γράφτηκε το 1880,  ανακαλύφθηκε και παίχθηκε πολύ αργότερα, το 1920. Νωρίτερα, ενδιαμέσως και αργότερα ο Τσέχοφ σκιαγράφησε, παράλληλα μέσα από νουβέλες, διηγήματα και μονόπρακτα, κάθε πτυχή της ανθρώπινης ψυχής, με μια σπάνια αμεσότητα και ακρίβεια. Μίλησε τόσο πολύ για την ευτυχία και τη δυστυχία ενώ χρωμάτισε με χιούμορ τις τραγωδίες του για να τις βαφτίσει, ο ίδιος, κωμωδίες. Σήμερα, πάνω από έναν αιώνα μετά, παραμένει ίσως ο πιο «οικείος» συγγραφέας. Και γι' αυτό ένας από τους πιο αγαπητούς για ηθοποιούς, σκηνοθέτες και θεατές...

 
 
Τελευταία τροποποίηση στιςΔευτέρα, 08 Σεπτεμβρίου 2014 13:23

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.