Ducati Diavel
Οι Ιταλοί τη λένε muscle cruiser, οι Αμερικάνοι power cruiser και διάφοροι άλλοι ανά τον κόσμο muscle bike. Όπως και να είναι, όλοι αλήθεια λένε..
Όταν πρωτοαντίκρισα τη Ducati Diavel προ τριών και βάλε χρόνων δεν μου πήρε πολλή ώρα να καταλάβω γιατί της έδωσαν αυτό το όνομα. Για να θυμίζει το ..διάβολο, ήταν ξεκάθαρο, με αυτόν τον α λα mad max σχεδιασμό, τα 162 άλογα και το πίσω 240αρι ελαστικό, τι άλλο θα μπορούσε να προδιαθέτει παρά μια διαβολικά επιθετική συμπεριφορά. Για διάφορους λόγους, δεν την οδήγησα ποτέ στην πρώτη γενιά της και έμεινα με τις εντυπώσεις των συναδέρφων δημοσιογράφων ανά την Ευρώπη, που μιλούσαν για μια μεταμορφωμένη superbike, που δεν ήταν απλά μια drag bike όπως πρόδιδε (και προδίδει) το στιλ της, αλλά μια μοτοσυκλέτα που δεν φοβάται να στρίψει στο τέλος της ευθείας με “όσα” και να σταθεί ακλόνητη στην πορεία της χωρίς να σπέρνει τον τρόμο στον αναβάτη. Αυτό σημαίνει μελετημένο πλαίσιο και γεωμετρία, που συμπληρώνονται από περιφερειακά που όταν κληθούν να τα βάλουν με τα δύσκολα, να μπορούν να το πετύχουν αγόγγυστα και αδιαμαρτύρητα.
Τι αλλάζει
Θα τη λέγαμε σημαντικά φρεσκαρισμένη μετά τις νέες αλλαγές που δέχθηκε και όχι μια τελείως νέα μοτοσυκλέτα. Η βασικότερη εξ αυτών είναι η χρησιμοποίηση του κινητήρα τελευταίας γενιάς του ιταλικού εργοστασίου, του πολυσυζητημένου (όχι άδικα) L-2 Testastretta 11° DS με τα δύο μπουζί σε κάθε κύλινδρο, ενός κινητήρα που αντλεί όλη την αγωνιστική τεχνογνωσία του Ιταλού κατασκευαστή και τη μοιράζεται απλόχερα μαζί μας. Χωρητικότητα και ιπποδύναμη δεν άλλαξαν, παραμένοντας στα 1.198,4 κυβικά και στους 162 ίππους, με τη μέγιστη ισχύ να έρχεται λίγες στροφές χαμηλότερα (9.250). Η σημαντική αλλαγή βρίσκεται στη βελτιωμένη τιμή της ροπής, που από 13 έφτασε τα 13,3 kgm στο ανανεωμένο μοντέλο, ενώ συνολικά η δύναμη του κινητήρα αποδίδεται σε χαμηλότερο φάσμα στροφών σε σχέση με τον προηγούμενο. Ένα ευχάριστο νέο είναι η περιοδικότητα της συντήρησής του, αφού τώρα πλέον απαιτεί αλλαγή λαδιών κάθε 15.000 χιλιόμετρα και έλεγχο διάκενου βαλβίδων κάθε ..30.000!
Η αλλαγή που φαίνεται με την πρώτη ματιά είναι η νέα εξάτμιση, που μοιάζει με αυτήν από τον κατάλογο της Ducati Performance και ο προβολέας που είναι τεχνολογίας full LED και διαθέτει νέο κάλυμμα από βουρτσισμένο αλουμίνιο. Η σέλα έχει επανασχεδιαστεί με γνώμονα την άνεση του αναβάτη και παρέμεινε στα 770mm από το έδαφος. Στις αλλαγές προσθέστε τα νέας σχεδίασης πλαϊνά καλύμματα του ψυγείου, τις μεγαλύτερες εισαγωγές αέρα και τα πιο όμορφα καβαλέτα του τιμονιού. Επίσης, στην οθόνη υγρών κρυστάλλων του πάνελ οργάνων εμφανίζεται διαφορετικά η ένδειξη στάθμης καυσίμου και έχουν προστεθεί ενδείξεις σχετικές με κατανάλωση, αυτονομία και άλλα παρεμφερή, όπως πχ για το πλαϊνό σταντ.
Η “καλή” πλευρά
Δεν άργησε η στιγμή που βρέθηκα στη σέλα της, που αποδείχθηκε άνετη και βολική από την πρώτη επαφή. Τα πόδια μένουν ανοικτά και τα χέρια κάνουν αρκετή διαδρομή μέχρι να πιάσουν το ίσιο και φαρδύ τιμόνι, κάτι που σημαίνει μια σχετικά σκυφτή θέση οδήγησης που δεν προϊδεάζει θετικά για χρήση πόλης. Ο συμπλέκτης απρόσμενα μαλακός, μια πραγματικά ευχάριστη έκπληξη σε κάθε είδους οδήγηση, δεν κούρασε ποτέ και πουθενά το αριστερό μου χέρι. Το κιβώτιο ακριβές και με στιβαρή αίσθηση σε κάθε αλλαγή, μόνο παράπονο η αδυναμία εύρεσης “νεκράς” και το παίδεμα του αριστερού ποδιού στα “πάνω - κάτω”. Ευτυχώς που ο συμπλέκτης απαλύνει την όλη κατάσταση, μπορείς δηλαδή άνετα να τον κρατάς πατημένο χωρίς να χρειάζεται να έχεις κάνει γυμναστική.
Πριν ξεκινήσω, φρόντισα να επιλέξω το οδηγικό mode “Urban” στη χαρτογράφηση, κάτι που σημαίνει περιορισμό της ιπποδύναμης στους 100 ίππους, βελτιωμένη τιμή ροπής στις χαμηλές στροφές και φιλική απόκριση στο άνοιγμα του γκαζιού. Αυτόματα, η λειτουργία του traction control (DTC) μπαίνει στο επίπεδο “5”, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς να το τοποθετήσεις εσύ σε οποιοδήποτε από τα 8 συνολικά που διαθέτει (όσο πιο μικρός ο αριθμός τόσο περισσότερο σε αφήνει να “παίξεις”). Ήταν απίστευτα διασκεδαστικό να ανοιγοκλείνεις τέρμα το γκάζι με 1η ή/και 2η στο κιβώτιο, μόνο και μόνο για να χαρείς επιτάχυνση βολίδας και ήχο απερίγραπτο, ήχο που μόνον τα ιταλικά V-2 εργοστάσια μπορούν να παράγουν! Στο μεταξύ, οι όποιες ανησυχίες μου για κουραστική θέση οδήγησης και δυσκολία χειρισμού είχαν απλά εξαφανιστεί. Εντάξει, δεν είναι και ότι το φιλικότερο για κυκλοφορία στην πόλη, δεν είναι όμως και κάτι που απαιτεί ιδιαίτερο κόπο. Τηρουμένων των αναλογιών και του χαρακτήρα της, η Diavel δείχνει το αγγελικό της πρόσωπο με ευγένεια και καλοσύνη!
“Σίγουρη” και διασκεδαστική
Η διαδρομή που κάναμε ήταν συνολικού μήκους περίπου 150 χιλιομέτρων και το 80% αυτών έγινε σε στριφτερές διαδρομές, με την μεγαλύτερη ευθεία να μην ξεπερνά τα 100 μέτρα! Σταθερή σαν βράχος η Diavel, μας όπλιζε με την απαραίτητη εμπιστοσύνη να τολμούμε όλο και κάτι περισσότερο, κάτι που οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στα φρένα της, που με άριστα το δέκα εγώ προσωπικά τους βάζω είκοσι με τόνο. Και δεν είναι μόνο η (αναμενόμενη για τις προδιαγραφές τους) αποτελεσματικότητα, αλλά η προοδευτική και απόλυτα γραμμική λειτουργία τους, χωρίς “δαγκώματα” και εκπλήξεις. Το ABS θα επέμβει μόνο σε μπλοκαρίσματα που δημιουργούνται ηθελημένα και δεν θα επηρεάσει τις τιμές ακινητοποίησης, ενώ η δυνατότητα πλήρους απεμπλοκής του αυξάνει την οδηγική διασκέδαση ακόμα πιο πολύ.
Τα 205 κιλά της Diavel Carbon που οδηγούσα, φαινόντουσαν λιγότερα από τα μισά όταν έφτανα με πολλά παραπάνω στη στροφή και κατέφευγα στη μπροστινή μανέτα. Αυτόματα, αισθανόμουν ότι ένα τεράστιο χέρι από ψηλά ερχόταν και με αγκάλιαζε στοργικά, μειώνοντας ακαριαία την ταχύτητα εισόδου εκεί που έπρεπε, τη στιγμή που έπρεπε. Ακόμα και μετά από πολλή πίεση και με το mode στο full open, δηλαδή όλα τα άλογα και όλη η ωμή δύναμη στη διάθεση του δεξιού μου καρπού, τα καταπληκτικά Brembo εκμεταλλευόντουσαν στο έπακρο την οδική συμπεριφορά της Ducati και με έβγαζαν ασπροπρόσωπο σε κάθε συνθήκη. Αισθάνεσαι ένα “βούτηγμα” της μοτοσυκλέτας στην είσοδο της στροφής, που γίνεται με τρόπο τόσο σίγουρο και αποτελεσματικό ..που δύσκολα περιγράφεται!
Πολλά ή λίγα
Η τιμή της Diavel ξεκινά από τα 19.950€ (Dark) και καταλήγει στα 22.950€ της έκδοσης Carbon με τις σφυρήλατες ζάντες της μαιτρέσας Marchesini. Σίγουρα είναι μια ακριβή μοτοσυκλέτα, σίγουρα δεν απευθύνεται στο ευρύ κοινό, σίγουρα πολλοί θα τη χαρακτηρίσουν όνειρο θερινής νυκτός. Η Diavel είναι μια ξεχωριστή πρόταση και αυτό δεν οφείλεται στην τιμή της. Εξάλλου, αυτοί που θα την αγοράσουν γρήγορα θα ξεχάσουν αυτά που έδωσαν και κάθε μέρα θα χαίρονται που είχαν και τα έδωσαν..