ενημέρωση 4:08, 24 October, 2025

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.

Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

 Mατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.


Πηγή: © SanSimera.gr

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.
 
Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.

Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.

Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.

Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.

Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.

Λέων Τρότσκι

Ουκρανός επαναστάτης, ηγετική μορφή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία, διετέλεσε κομισάριος Εξωτερικών και Πολέμου και θεωρήθηκε διάδοχος του Λένιν στην ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης. Ηττήθηκε, όμως, στη μάχη της διαδοχής από τον Στάλιν, εξορίστηκε και δολοφονήθηκε. Οι οπαδοί του διαμόρφωσαν το πολιτικό ρεύμα του Τροτσκισμού, στο πλαίσιο του Μαρξισμού - Λενινισμού.

Ο Λιεφ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν (Lev Davidovich Bronshtein), όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου (7 Νοεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) του 1879 στο χωριό Γιανόφκα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (νυν Μπερεσλάφκα Ουκρανίας). Ο εβραϊκού θρησκεύματος πατέρας του ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής, ενώ η μητέρα του Άννα ανήκε στη μεσοαστική τάξη και ήταν μορφωμένη.

Σε ηλικία οκτώ ετών, στάλθηκε από τους γονείς του σε σχολείο της Οδησσού, όπου έζησε τα επόμενα οκτώ χρόνια στο σπίτι του ανιψιού της μητέρας του, ενός φιλελεύθερου διανοούμενου. Το νεαρό αγόρι διακρίθηκε για την ευφυΐα του και τον χαρισματικό τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τον γραπτό και προφορικό λόγο.
 

Όταν πήγε στο Νικολάγεφ το 1896 για να ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, ήλθε σε επαφή με μία παράνομη σοσιαλιστική οργάνωση και μυήθηκε στο Μαρξισμό. Αφού φοίτησε για λίγο στο πανεπιστήμιο της Οδησσού, το 1897 επέστρεψε στο Νικολάγεφ για να συμβάλει στην οργάνωση της παράνομης «Ένωσης Νοτιο-Ρώσων Εργατών».

Τον Ιανουάριο του 1898 συνελήφθη και εξορίστηκε στη Σιβηρία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Σιβηρία, εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας και παντρεύτηκε τη συνεργάτριά του Αλεξάνδρα Σοκολόφσκαγια, με την οποία απέκτησε δύο κόρες.
 

Το 1902 δραπέτευσε από τη Σιβηρία, χρησιμοποιώντας ένα πλαστό διαβατήριο με το όνομα Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), με το οποίο είναι γνωστός μέχρι τις μέρες μας. Για τα επόμενα 15 χρόνια έζησε στο εξωτερικό με μικρά διαλείμματα επιστροφής στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1903, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατά τη διάρκεια του δευτέρου συνεδρίου του στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο, διασπάστηκε σε «μπολσεβίκους» («πλειοψηφούντες») με επικεφαλής τον Λένιν και «μενσεβίκους» («μειοψηφούντες»), στους οποίους εντάχθηκε και ο Τρότσκι.

Οι «μενσεβίκοι» πρέσβευαν μία δημοκρατική προσέγγιση του σοσιαλισμού και ο Τρότσκι εναντιωνόταν στον Λένιν, απορρίπτοντας τις δικτατορικές μεθόδους του και τις οργανωτικές εκείνες αντιλήψεις που απέβλεπαν μόνο στην άμεση έναρξη της επανάστασης. Λίγο νωρίτερα, ο Τρότσκι είχε γνωρίσει και παντρευτεί στο Παρίσι τη δεύτερη σύζυγό του, τη ρωσίδα επαναστάτρια Ναταλία Σέντοβα, με την οποία απέκτησε δύο γιους.

Μόλις ξέσπασαν οι επαναστατικές ταραχές του 1905, ο Τρότσκι επέστρεψε στη Ρωσία και οργάνωσε τα Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης. Μετά τη συντριβή του κινήματος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του συνέγραψε το μείζον έργο του «Αποτελέσματα και Προοπτικές», στο οποίο διατύπωσε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση. Επρόκειτο για μία προσπάθεια να προσαρμόσει τη μαρξιστική θεωρία στη ρωσική πραγματικότητα, δηλαδή στις συνθήκες μιας υπανάπτυκτης χώρας, που βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό.

Ο Τρότσκι υποστήριζε ότι μία αστική επανάσταση στη Ρωσία θα οδηγούσε σε μία διαρκή επανάσταση ή αλλεπάλληλες επαναστάσεις, κατά τις οποίες το προλεταριάτο θα έβρισκε την ευκαιρία να καταλάβει την εξουσία στα αστικά κέντρα. Αν και η Ρωσία ήταν μία κυρίως αγροτική χώρα, αυτή η κυριαρχία στα αστικά της κέντρα δεν θα ήταν προσωρινή, επειδή η επανάσταση στη Ρωσία θα είχε ως επακόλουθο μία παρόμοια κατάσταση διαρκούς επανάστασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρωσική εξέγερση θα αποτελούσε παράδειγμα για τους προλετάριους της Δύσης, ώστε να εξεγερθούν, και θα οδηγούσε έτσι στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους θα υποστήριζαν τους επαναστάτες στη Ρωσία.

Το 1907, αφού εκτοπίστηκε για δεύτερη φορά στη Σιβηρία, κατάφερε και πάλι να διαφύγει στο εξωτερικό. Εγκαταστάθηκε αρχικά στη Βιέννη , όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος και το 1912-1913 παρακολούθησε τους Βαλκανικούς Πολέμους ως πολεμικός ανταποκριτής. Με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου συντάχθηκε με την πλειοψηφία των Ρώσων Σοσιαλδημοκρατών, που καταδίκαζαν τον πόλεμο και αρνούνταν να υποστηρίξουν τις πολεμικές προσπάθειες του τσάρου.

Μετά την έκρηξη της Φεβρουαριανής Επανάστασης του 1917 επέστρεψε στη Ρωσία και παρά τις διαφωνίες του με τον Λένιν, εντάχθηκε στους «Μπολσεβίκους» κι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης τον ίδιο χρόνο και την ανάληψη της εξουσίας από τους κομουνιστές. Το πρώτο πόστο που ανέλαβε ήταν αυτό του κομισάριου επί των Εξωτερικών και διαπραγματεύτηκε την έξοδο της Ρωσίας από τον πόλεμο και τη σύναψη ειρήνης με τη Γερμανία το 1918 («Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ»).

Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφύλιου Πολέμου (1917-1922) διετέλεσε κομισάριος του Πολέμου και δημιούργησε τον Κόκκινο Στρατό, ο οποίος συνετέλεσε στη συντριβή των «Λευκών» αντεπαναστατών, συμβάλλοντας καθοριστικά στη στερέωση του νέου καθεστώτος. Ο Τρότσκι απέκτησε αίγλη και προβαλλόταν ως διάδοχος του Λένιν, όμως η πνευματική του ανωτερότητα και υπεροψία, καθώς και η εβραϊκή του καταγωγή λειτούργησαν εναντίον του. Έχοντας λιγοστούς φίλους στο μηχανισμό του κόμματος, έγινε εύκολη λεία για τον μηχανορράφο και πανούργο Στάλιν, ο οποίος μετά τον πρόωρο θάνατο του Λένιν (21 Ιανουαρίου 1924) ανέλαβε τα ηνία της Σοβιετικής Ένωσης.

Το Νοέμβριο του 1927, ο Τρότσκι εκδιώχθηκε από το κομουνιστικό κόμμα, τον Ιανουάριο του 1928 εκτοπίστηκε στην Κεντρική Ασία και τον Ιανουάριο του 1929 κρίθηκε ανεπιθύμητος στη Σοβιετική Ένωση κι εξορίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες (Τουρκία, Γαλλία, Νορβηγία), το 1936 εγκαταστάθηκε στο Μεξικό, συνεχίζοντας τον πολιτικό αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος, που το θεωρούσε μία γραφειοκρατική διαστροφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις 20 Αυγούστου 1940 ένας ισπανός κομουνιστής ονόματι Ραμόν Μερκαντέρ, εκτελώντας πιθανώς εντολές του Στάλιν, τον τραυμάτισε σοβαρά μ’ ένα τσεκούρι αλπινιστή. Την επομένη, 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 60 ετών.

Πηγή: Σαν σήμερα

Λέων Τρότσκι: Για μια Διαρκή Επανάσταση

«Αν ο θάνατος με χτυπούσε τούτη τη στιγμή, θα μπορούσα να πω πως εργάστηκα σ' όλη μου τη ζωή για τις εκμεταλλευόμενες και αποικιοκρατούμενες μάζες και για τον αγώνα της απελευθέρωσής τους. Για την ανάγκη να εξελιχθεί ο πολιτισμός και η τέχνη ελεύθερα. Για μια τέχνη που επιτρέπει απεριόριστα την έκφραση στην ανάγκη του ανθρώπου για ανανέωση. Για την εξέλιξη της τεχνολογίας, που από τη στιγμή που θα καταλάβουμε πώς να χρησιμοποιούμε την ενέργεια του ατόμου, θα φωτίσει την ύπαρξή μας. Και πάντοτε στο μυαλό μου, κυρίαρχη σκέψη μου ήταν η παγκόσμια επανάσταση. Μόνον αυτή μπορεί να βάλει τέλος στην εκμετάλλευση, στη βία, στον πόλεμο», έγραφε ο Λέων Τρότσκι στα Φιλοσοφικά Τετράδια: 1933-1935 και με αυτά τα λόγια συνοψίζει τη ζωή του.

Σαν σήμερα, στις 21 Αυγούστου 1940, ο Λέων Τρότσκι, που παραμένει ζωντανό σύμβολο, θεωρητικός θεμελιωτής και εμπνευστής της διεθνούς εργατικής αλληλεγγύης και της διαρκούς επανάστασης, δολοφονείται από το τσεκούρι του Ραμόν Μερκάντερ.

Γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου του 1879. Στα 18 του χρόνια ο Λεβ Νταβίντοβιτς Μπρόνσταϊν υπήρξε ιδρυτικό μέλος της παράνομης εργατικής οργάνωσης Εργατική Ένωση Νότιων Ρώσων, όπου με το ψευδώνυμο Λβοφ έγραφε και μοίραζε επαναστατικές μπροσούρες και προκηρύξεις σε εργάτες και φοιτητές του Νικολάγιεφ. Στα 21 του χρόνια είχε ήδη περάσει δύο χρόνια φυλακή και είχε σταλεί εξορία στη Σιβηρία για την επαναστατική του δράση. Στα 23 είχε δραπετεύσει από τη Σιβηρία με πλαστό διαβατήριο με κατεύθυνση το Λονδίνο, όπου μαζί με το Βλαντιμίρ Λένιν, το Γκεόρκι Πλεχάνωφ και το Τζούλιους Μαρτώφ θα γινόταν από τους βασικούς συντάκτες της εφημερίδας Ίσκρα.

Από εκεί και πέρα η ιστορία και το διεθνές εργατικό κίνημα –και η φιλοσοφία, η τέχνη, η λογοτεχνία-- τον γνωρίζουν ως Λέων Τρότσκι, το όνομα ενός από τους φύλακές του, το οποίο ο ίδιος είχε διαλέξει τυχαία για το διαβατήριό του.

Ο Λέων Τρότσκι, ήδη από τα χρόνια στο Λονδίνο και στην Ίσκρα όρθωσε το πολιτικό και φιλοσοφικό του ανάστημα και διατύπωσε ανεξάρτητο -και ταυτόχρονα συλλογικά διαμορωμένο- πολιτικό λόγο. Συνεργάστηκε αλλά και βρέθηκε αντιμέτωπος με το Λένιν και τους Μπολσεβίκους του, τάχθηκε με αλλά και αντέδρασε στους Μενσεβίκους και άρχισε να αναπτύσσει τη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης ως μιας παγκόσμιας διαρκούς κατάστασης ενάντια στον παγκόσμιο καπιταλισμό, την οποία και θα εξέλσσε στη συνέχεια με τον Αλεξάντερ Πάρβους.

Αμέσως μετά την Επανάσταση διορίστηκε από το Λένιν υπουργός Εξωτερικών, ενώ στα χρόνια της Αντεπανάστασης, ίδρυσε τον Κόκκινο Στρατό και επιτέλεσε Κομισσάριος Πολέμου. Διατέλεσε δύο φορές εκλεγμένος πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης, το 1905 και το 1917. Μαζί με το Λένιν, επεξεργάστηκε Μαρξιστικά μια ιδεολογική βάση για την εξήγηση της ηττημένης επανάστασης του 1905 και για την προετοιμασία της νικηφόρας επανάστασης του 1917.

Μετά το θάνατο του Λένιν το 1924, ο Τρότσκι συνέχισε να υπερασπίζεται τις επαναστατικές, δημοκρατικές και διεθνιστικές ιδέες της Οκτωβριανής Επανάστασης. Ήδη από το 1923 ξεκίνησε να οργανώνει τον αγώνα στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης μέσα από την Αριστερή Αντιπολίτευση, προσπαθώντας να αναζωπυρώσει τον Μαρξισμό και να απομακρύνει το Κόμμα από τον γραφειοκρατικό εκφυλισμό. Ταυτόχρονα ανέπτυξε και θεωρητικά τις θέσεις του για τα προβλήματα του διεθνούς εργατικού κινήματος στα έργα του «Η Προδομένη Επανάσταση» και «Στην Υπεράσπιση του Μαρξισμού».

Το 1927 με την απαγόρευση της Αριστερής Αντιπολίτευσης, ο Τρότσκι διαγράφτηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα και δύο χρόνια μετά εξορίστηκε από την Ρωσία, για να φτάσει τελικά –μετά από μια περιπλάνηση στην Τουρκία, τη Γαλλία και τη Νορβηγία-- το 1936 στο Μεξικό. Τα δέκα τελευταία αυτά χρόνια της ζωής του (1930-1940), τα οποία και θεωρούνται το απόγειο της επαναστατικής του δράσης, ο Τρότσκι τα αφιέρωσε στο να καταγγείλει διεθνώς τα εγκλήματα του Σταλινισμού και την προδοσία της Οκτωβριανής Επανάστασης με την επικράτηση του γραφειοκρατικού Βοναπατρισμού και στο να διατηρήσει ζωντανό το διεθνές εργατικό κίνημα μέσω της έκκλησής του για σύσταση μιας Δ' Κομμουνιστικής Διεθνούς.

Με την υπεράσπιση των πρωτεργατών της επανάστασης οι οποίοι βρέθηκαν κατηγορούμενοι στις Δίκες της Μόσχας (1936-38), με την οργάνωση μιας αντι-Δίκης με ανεξάρτητη επιτροπή για την ανάδειξη της αθωότητάς του στα μάτια του κόσμου, ο Τρότσκι πέτυχε να επαναστατήσει για άλλη μια φορά απέναντι στο δεσποτισμό και την αυταρχία, και να πλήξει το σταλινισμό. Εν τέλει το ιδρυτικό συνέδριο της Δ' Διεθνούς πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία, μόλις δύο χρόνια πριν από το θάνατό του. 

Πηγή : tvxs

Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS