ενημέρωση 2:58, 13 November, 2025

Λεωνίδας Κύρκος

Έλληνας πολιτικός· ηγετική φυσιογνωμία της ανανεωτικής Αριστεράς στην Ελλάδα.

Ο Λεωνίδας Κύρκος γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στις 12 Οκτωβρίου 1924. Ήταν γιος του εμποριολόγου και πολιτικού Μιχαήλ Κύρκου (1893-1967), ο οποίος διετέλεσε, προπολεμικά, βουλευτής και υπουργός σε πολιτικούς σχηματισμούς του φιλελεύθερου χώρου, ενώ μεταπολεμικά υπήρξε ιδρυτικό μέλος της ΕΔΑ.

Μεγάλωσε σ’ ένα φιλελεύθερο οικογενειακό περιβάλλον και σε μικρή ηλικία επηρεάστηκε από τις κομουνιστικές ιδέες. Στρατεύθηκε νέος στο κίνημα της  Αριστεράς και συμμετείχε πάντα από το χώρο αυτό σ’ όλες τις κρίσιμες ιστορικές στιγμές του έθνους.

Ο Λεωνίδας Κύρκος (αριστερά) και ο Μανώλης Γλέζος με χειροπέδες στο Στρατοδικείο

Φοίτησε στην Ιατρική Σχολή, αλλά δεν κατόρθωσε να τελειώσει τις σπουδές του, εξαιτίας των επανειλημμένων πολιτικών του διώξεων. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση στις γραμμές τής σπουδάζουσας νεολαίας της ΕΠΟΝ. Κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου φυλακίστηκε κατ’ επανάληψη (1946-1948) και το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο.

Μετά την αποφυλάκισή του το 1953 ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, έως το 1966 ως συντάκτης της εφημερίδας «Αυγή» και διευθυντής της την περίοδο 1958-1961. Από το 1956 ανήκε στα καθοδηγητικά κλιμάκια της ΕΔΑ ως μέλος της Διοικούσας Επιτροπής. Εκλέχθηκε βουλευτής το 1961 στο Ηράκλειο και το 1963 και 1964 στην Αθήνα.

Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας της 21ης Απριλίου συνελήφθη και κρατήθηκε σε διάφορες φυλακές για πέντε χρόνια, μέχρι το 1972. Κατά την περίοδο της δικτατορίας εκδηλώθηκε η διάσπαση του ΚΚΕ (Φεβρουάριος 1968). Ο Λεωνίδας Κύρκος τάχθηκε αμέσως με το Γραφείο Εσωτερικού και αναδείχθηκε σε ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ-Εσωτερικού. Υπήρξε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και του Εκτελεστικού Γραφείου από το 1ο Συνέδριο του κόμματος και γενικός γραμματέας του ΚΚΕ-Εσωτερικού από τον Ιούνιο του 1986.

Μετά τη μεταπολίτευση εκλέχθηκε βουλευτής με το ΚΚΕ-Εσωτερικού (1974, 1977, 1985) και ευρωβουλευτής του κόμματος από το 1981 έως το 1985. Από τον Απρίλιο του 1987 διετέλεσε γραμματέας της Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ), του κόμματος που προήλθε από το ΚΚΕ-Εσωτερικού και στο οποίο συμμετείχαν και άλλες δυνάμεις της Αριστεράς, καθώς και νέων κινημάτων. Σημαντική, τέλος, ήταν η συμβολή του στη διαμόρφωση το 1989 του «Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου», του οποίου υπήρξε γραμματέας μέχρι το Μάρτιο του 1991.

Με τον Χ. Φλωράκη, στο «τιμόνι» του Συνασπισμού

Από το 1989 έως το 1993 ήταν βουλευτής με τον Συνασπισμό. Έγινε στόχος σφοδρής κριτικής από το χώρο του ΠΑΣΟΚ για τη συμμετοχή του Συνασπισμού στην κυβέρνηση Τζανετάκη, που παρέπεμψε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο ειδικό δικαστήριο.

Το 2000 προτάθηκε τιμητικά από το κόμμα του Συνασπισμού για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Στην ψηφοφορία της 8ης Φεβρουαρίου έλαβε 10 ψήφους, έναντι 269 του Κωστή Στεφανόπουλου, που επανεξελέγη στο ύπατο αξίωμα της χώρας.

Στις 30 Ιουνίου 2010 με δήλωσή του υποστήριξε το νεοσύστατο κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς (ΔΗΜΑΡ). Ανέφερε, μεταξύ άλλων: «Η δημιουργία του νέου κόμματος σημαίνει ανανέωση του αγώνα για ριζοσπαστικές λύσεις μέσα στο δημοκρατικό πλαίσιο, όχι φωνακλάδικη στήριξη των λαϊκών αγώνων, για τάχιστη δυνατή έξοδο από την κρίση και την ανάπτυξη. Σημαίνει νέα ορμή στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, ασυμφιλίωτη πάλη κατά των φαινομένων βίας και του αριστερίστικου εξτρεμισμού, ανοιχτόχερη υιοθέτηση της σύγχρονης ατζέντας του περιβαλλοντικού και οικολογικού κινήματος.»

Εκτός από τα άρθρα του σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες έγραψε τα βιβλία:  «Το Αύριο της Ελλάδας», «Ποια Αριστερά», «Λεωνίδας εκ βαθέων», «Στιγμές από την προσωπική μου διαδρομή» (3 τόμοι), «Ανατρεπτικά» και «Το αδιέξοδο βήμα του εθνικισμού».

Ο Λεωνίδας Κύρκος πέθανε στις 28 Αυγούστου 2011, σε ηλικία 86 ετών. Την πολιτική διαδρομή της οικογένειας Κύρκου συνεχίζει ο γιος του Μίλτος Κύρκος (γ. 1959), ευρωβουλευτής.

Πηγή: Σαν σήμερα

Αφιέρωμα στον Λεωνίδα Κύρκο: «Μήτσο, οι Εγγλέζοι θα χτυπήσουν»

«Στα Δεκεμβριανά ήμουνα επονίτης και για ένα μικρό διάστημα ελασίτης, στο Τάγμα των Εξαρχείων. Το σπίτι μου στα Εξάρχεια ήταν σε καίρια θέση και πολλές φορές ο πατέρας μου αντάμωνε εκεί τα ηγετικά στελέχη του ΕΑΜ. Από το σπίτι επικοινωνούσαμε και με τους Εγγλέζους, από την άλλη μεριά». Σαν σήμερα, στις 28 Αυγούστου 2011 έφυγε από τη ζωή ο Λεωνίδας Κύρκος. Το tvxs αναδημοσιεύει ένα αφιέρωμα σε οκτώ μέρη, βασισμένο στις μαρτυρίες που το ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς είχε παραχωρήσει στο Στέλιο Κούλογλου.

Μερικές φορές μού λάχαινε ο κλήρος να μεταφέρω μηνύματα. Κατέβαινα με μια λευκή σημαία στην οδό Θεμιστοκλέους, έφτανα ώς την οδό Σόλωνος και εκεί περίμενε ο Εγγλέζος κρατώντας και αυτός τη λευκή σημαία και ανταλλάσσαμε τα μηνύματα. Ήταν κυρίως μηνύματα της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ και του στρατηγείου του Σκόμπι που αφορούσαν προτάσεις για μια συνάντηση ή πληροφορίες για επικείμενες μετακινήσεις τμημάτων.

Μια μέρα πήρα διαταγή να φωνάξω από ένα φυλάκιο στη γωνία των οδών Δερβενίων και Μπενάκη. Σήμερα απέναντι από αυτή τη γωνία είναι το ταβερνάκι του μπαρμπα-Γιάννη. Φώναζα λοιπόν με τον τηλεβόα: «Προσοχή, προσοχή! Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ απευθύνεται στο στρατηγό Σκόμπι* και ζητάει συνάντηση για αύριο το πρωί. Περιμένω απάντηση».

Ακόμη ακούω τη φωνή μου στο αυτί μου. Ήτανε δώδεκα… μία τη νύχτα. Από την άλλη μεριά κροτάλιζαν τα πολυβολεία στην κατεύθυνση απ’ όπου ερχόταν η φωνή αλλά εγώ ήμουνα πιο μέσα και οι σφαίρες δεν με έβρισκαν.

Αυτό συνεχίστηκε κάμποση ώρα, ώσπου κατά τις τέσσερις τα ξημερώματα ήρθε ένας σύνδεσμος και μου είπε: «Φεύγουμε». «Πού πάμε;» τον ρώτησα. «Φεύγουμε, ακολούθησέ με». Τον ακολούθησα λοιπόν και πήραμε το δρόμο και φτάσαμε στο τέρμα Πατησίων. «Φεύγουμε από την Αθήνα», μου είπε. «Τι λες, ρε παιδί μου; Και η συνάντηση που έλεγα εγώ;» «Μην κουβεντιάζεις τώρα, πάμε».

Μπήκαμε μέσα στα δέντρα, περάσαμε το Μενίδι και συναντήσαμε κάποιες φάλαγγες ανθρώπων, πέρα από το Μενίδι, προς τα αρβανιτοχώρια της περιοχής. Τότε, για πρώτη φορά, ένιωσα τον τρόμο του αεροπλάνου. Διότι καθώς ήμασταν μέσα στα χωράφια, στα δέντρα, από πάνω μας πετούσε ένα Σπιτφάιαρ που είχε πάρει χαμπάρι τη μετακίνηση, έβλεπε τις φάλαγγες ανθρώπων που έφευγαν και πυροβολούσε.

Το άκουγα που κατέβαινε πάνω από το κεφάλι μου και έλεγα: «Τούτη είναι η τελευταία μου στιγμή» και έχωνα το κεφάλι μου στο χώμα. Δίπλα μου πέφτανε σφαίρες. Για μεγάλη μου τύχη, δεν με άγγιξε καμία. Έφυγε το αεροπλάνο, σηκώθηκα κι εγώ και αντάμωσα τις φάλαγγες που πηγαίνανε στα αρβανιτοχώρια.

Περάσαμε τα αρβανιτοχώρια και πήραμε την κατεύθυνση της Λαμίας. Νύχτα-μέρα οδοιπορία, με φοβερές συνθήκες, και αγωνία γιατί φύγαμε εντελώς απροετοίμαστοι. Θυμάμαι ότι φορούσα ένα πουκαμισάκι και η θερμοκρασία ήτανε κάτω από το μηδέν. Παπούτσια δεν είχαμε, πατάγαμε επάνω στις πέτρες. Ήμασταν αμάθητοι από τέτοια πράγματα.

Οι αντάρτες που είχαν κατέβει για να μπουν στην πόλη και τελικά δεν τα κατάφεραν ή δεν πρόλαβαν να μπουν, αυτοί ήταν προετοιμασμένοι. Ήταν σκληροτράχηλοι αγρότες και γνωρίζανε την περιοχή. Εμείς όμως βρεθήκαμε σε ένα χώρο που ούτε τον ξέραμε ούτε φιλόξενος ήταν.

Θυμάμαι το γερο-συνταγματάρχη Μαυροθαλασσίτη, τον μετέπειτα δήμαρχο του Αιγάλεω. Φοβερός τύπος. Δεν στεκόταν ούτε μια στιγμή. Από την κορυφή της φάλαγγας πήγαινε στην ουρά της, προσπαθούσε να επανεντάξει στη φάλαγγα όσους μένανε πιο πίσω. Υπήρχε ο κίνδυνος άμα ξέκοβες από τη φάλαγγα, να σε πιάσει εκείνος ο γλυκός ύπνος της παγωνιάς και να μην ξανασηκωθείς. Τον θυμάμαι που πηγαινοερχόταν ακούραστος, μερικούς τους μαστίγωνε κιόλας. «Σηκωθείτε», φώναζε. «Περπατάτε, όλοι όρθιοι». Περπατούσε εικοσιτετράωρα ολόκληρα μέρα και νύχτα και δεν δεχόταν να του δώσουν ένα άλογο να καβαλήσει. Αυτός ήταν ο διοικητής του τμήματος. Μαζί μας ήταν και ο Καπετάνιος, ο Κυριάκος Τσακίρης που εμείς τον λέγαμε Κώστα. Ένα λεβεντόπαιδο. Είχε δουλέψει ως ζωγράφος και αργότερα έγραψε και βιβλία.

«Μήτσο, θα χτυπήσουν»

Ο Δεκέμβρης ήτανε η μεγάλη παγίδα στην οποία μπήκαμε με ενθουσιασμό και για χρόνια ολόκληρα έμεινε ως ο Μεγάλος Δεκέμβρης. Ήταν η πρώτη μεγάλη ήττα που υπέστη το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η Αριστερά γενικότερα.Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει το τι ήταν ακριβώς.Ήταν η πρώτη μιας σειράς από τραγικά λάθη που γίνανε, χωρίς συνειδητοποίηση ούτε του συσχετισμού των δυνάμεων ούτε της πολιτικής της άλλης πλευράς, ούτε των δικών μας επιδιώξεων.

Τι ακριβώς θέλαμε; Να πετάξουμε τους Άγγλους στη θάλασσα; Αυτό ήταν μια ευχή αλλά από κει κι ύστερα τι θα γινόταν; Μπαίναμε στη σύγκρουση με τους Εγγλέζους χωρίς να σκεφτόμαστε τους όρους με τους οποίους θα διεξάγονταν αυτή η σύγκρουση. Ο πόλεμος στην Ευρώπη δεν είχε τελειώσει, οι Γερμανοί είχαν καθηλώσει τους Συμμάχους σε κάποιες περιοχές όπου γίνονταν ακόμη φονικότατες μάχες.

Φαίνεται ότι τα κλιμάκια της ηγεσίας του ΕΑΜ υπολόγιζαν ότι οι Εγγλέζοι, παρά τις απειλές, δεν θα έρχονταν, δεν θα μπλέκονταν, δεν θα έφταναν στο σημείο να τουφεκίσουν τους χτεσινούς Συμμάχους ύστερα από τους ύμνους του Τσόρτσιλ και των υπολοίπων.Ήταν αφελείς αυτοί οι υπολογισμοί της ηγεσίας που δεν έβλεπε ότι σε τέτοιες ώρες εκείνο που κυριαρχεί είναι η αίσθηση των συμφερόντων μιας μεγάλης δύναμης όπως ήταν τότε η Αγγλία, η οποία είχε καίρια συμφέροντα στην Ελλάδα.

Και βέβαια δεν είχε γίνει γνωστή, τουλάχιστον στον κόσμο, στους απλούς μαχητές, η περιλάλητη συμφωνία της Μόσχας. Ακόμα έχω ένα μεγάλο ερωτηματικό σχετικά με το αν η ηγεσία του ΚΚΕ, δηλαδή το πολιτικό γραφείο ήξερε ότι είχε υπάρξει μια τέτοια συμφωνία. Μπορούσε να το συναγάγει κανείς και από τα γεγονότα. Ο Τολμπούχιν, ο μέγας στρατάρχης του Κόκκινου Στρατού, «έγλειψε» τότε τα σύνορα της Ελλάδας αλλά ούτε ένας Σοβιετικός στρατιώτης δεν πάτησε σε ελληνικό έδαφος. Οι Σοβιετικοί δεν έκαναν τίποτε, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις των τμημάτων του ΕΛΑΣ που τους έλεγαν: «Ελάτε, μπείτε μέσα, βοηθήστε μας, εδώ εμείς συνεχίζουμε τον αγώνα, απέναντί μας όμως έχουμε τους καταχτητές και τους κουίσλινγκ**».

Ήταν μια ένδειξη του ότι οι Σοβιετικοί δεν έκαναν τίποτε. Μια ένδειξη όμως που δεν την υπολόγιζε κανείς, μπροστά στο κύμα της ελπίδας, ότι οι Σοβιετικοί κατέβηκαν στα σύνορά μας, δεν είναι δυνατόν οι Εγγλέζοι να αποβιβαστούν και να χτυπήσουν. Κι όμως οι Εγγλέζοι αποβιβάστηκαν και χτύπησαν και μάλιστα με τις ευλογίες του Στάλιν.

Πώς εξηγείται το γεγονός ότι ενώ μαίνονταν ο διεθνής Τύπος, ενώ στην Αγγλία η κατακραυγή κυρίως κατά των Εργατικών αυξανόταν κάθε μέρα και περισσότερο, ενώ γίνονταν διαδηλώσεις και πολιτικές εκδηλώσεις, σηκώνονταν θύελλες μέσα στο Κοινοβούλιο, η «Πράβδα» δεν έγραψε ούτε μια λέξη.

Πέρασε ο Δεκέμβρης του 1944 και η «Πράβδα» δεν έγραψε ούτε λέξη, δεν το ανέφερε καν ως γεγονός. Καμιά αντίδραση δεν υπήρξε από την πλευρά των Σοβιετικών, ήταν τελείως προδιαγραμμένη η τύχη της Ελλάδας. Λίγο πριν τα Δεκεμβριανά, είχαν διαμηνύσει στον πατέρα μου ότι οι Εγγλέζοι θα χτυπήσουν. Και εκείνος ζήτησε τότε να συναντηθεί με τον Μήτσο Παρτσαλίδη*** με τον οποίο γνωριζόταν από παλιά. Τους ένωνε η ιστορία γύρω απο ένα κοστούμι. Ο πατέρας μου ήταν κοκέτης.

Του άρεσε να ντύνεται καλά, με τη γραβάτα και το μαντιλάκι του. Κάποτε πήγε σε μια συγκέντρωση με ένα λευκό μεταξωτό κοστούμι από σαντακρούτα, για το οποίο ήταν πολύ περήφανος. Στη συγκέντρωση κάποιος από το πλήθος τού πέταξε μια μάζα φούμο και ο πατέρας μου γύρισε στο σπίτι σαν κλόουν. Μόνο τα μάτια του είχαν μείνει λευκά. Η σαντακρούτα καταστράφηκε. Ο πατέρας μου ήταν εξαγριωμένος, όχι για το πολιτικό νόημα της πράξης, όσο για το κοστούμι που καταστράφηκε.

Πέρασαν τα χρόνια και κάποτε, σε μια συνάντηση της Κεντρικής Επιτροπής γύρω από ένα ουζάκι, διηγιότανε την ιστορία και έλεγε: «Αν τον πιάσω αυτόν τον άτιμο…» Άκουσε γέλια από την ομήγυρη. Αυτός που γελούσε ήταν ο Παρτσαλίδης. «Γιατί γελάς, ρε Μήτσο;» «Πού να ξέρεις, Μιχάλη, ότι εγώ ήμουνα αυτός». Ο Παρτσαλίδης ήταν τότε γραμματέας της ΟΚΝΕ και είχε θεωρήσει ότι αυτό χρειαζόταν στον αστό ομιλητή σαν τον πατέρα μου.

Όταν λοιπόν λίγο πριν από το Δεκέμβρη του 1944 ο πατέρας μου συνάντησε τον Παρτσαλίδη, του είπε: «Μήτσο, μην έχετε αμφιβολία, οι Εγγλέζοι θα χτυπήσουν. Επομένως πάρτε το αυτό υπόψη σας ως γεγονός». Ο Παρτσαλίδης είπε στον πατέρα μου: «Μιχαλάκη, έχουμε κι εμείς τις πληροφορίες μας, οι Εγγλέζοι τα διαχέουν αυτά για να μας υποχρεώσουν να δεχτούμε την επέμβασή τους αμαχητί, εμείς όμως έχουμε τις πληροφορίες μας ότι αυτά είναι μπλόφα, ότι οι Εγγλέζοι δεν θα χτυπήσουν».

Θυμάμαι ακόμη την παράδοση των όπλων μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Η δική μας ομάδα τα παρέδωσε στο Ευπάλιο της Δωρίδας. Το Ευπάλιο το ξανασυνάντησα γιατί κατά σύμπτωση ήταν το χωριό της γυναίκας μου _ η οικογένειά της, οι Σμπαρούνη, κατάγονταν από εκεί. Στο Ευπάλιο κατέληξε το Σύνταγμά μας κι εκεί έγινε η παράδοση των όπλων. Ήτανε μια συγκλονιστική στιγμή. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν δεθεί με τα όπλα τους. Ήξεραν καλά ότι το όπλο ήτανε η εγγύηση της ελευθερίας τους, ότι με τα όπλα αυτά άγγιζαν την εξουσία που ήτανε όνειρο ιστορικό. Ξέραμε ότι αφήναμε τα όπλα που είχαμε αρπάξει από τον εχθρό και τα είχαμε τιμήσει. Έβλεπες παντού το βουβό κλάμα.

Όταν βλέπεις να κλαίει ένα παιδί, λες παιδί είναι και κλαίει. Αλλά να βλέπεις να κλαίνε γενειοφόροι αντάρτες με χαραγμένα πρόσωπα, αγρότες που είχαν περάσει τόσα για να φτάσουν ίσαμε εκεί, να τους βλέπεις να αφήνουν τα όπλα που ήτανε η καρδιά τους και το αίμα τους, αυτές είναι στιγμές που δεν λησμονιούνται.

* Στρατηγός Σκόμπι: επικεφαλής του εκστρατευτικού σώματος των Βρετανών που ήρθαν τον Οκτώβριο του 1944 στην Αθήνα.

** Προδότης, δωσίλογος από το όνομα του Vidkun Quisling, Νορβηγού συνταγματάρχη συνεργάτη των ναζί.

***Μήτσος Παρτσαλίδης : ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ.

Ολόκληρη η μαρτυρία του Λεωνίδα Κύρκου στο βιβλίο του Στέλιου Κούλογλου «Μαρτυρίες για τον εμφύλιο και την ελληνική αριστερά» (εκδόσεις "Εστία")

Πηγή : tvxs

Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS