ενημέρωση 4:08, 24 October, 2025

Φεντερίκο Φελίνι

Ο Φεντερίκο Φελίνι παραμένει και σήμερα ένας από τους ξεχωριστούς και επιδραστικούς σκηνοθέτες στην ιστορία του κινηματογράφου. Οι ταινίες του Ιταλού δημιουργού παίζονται και ξαναπαίζονται σε ειδικά αφιερώματα, δείγμα της απήχησής του και στους νεώτερους σινεφίλ.

Σύμφωνα με την κριτική υπήρξε ένας «ποιητής της εικόνας» κι ένας «μάγος της μεγάλης οθόνης». Νεορεαλιστής στην αρχή της καριέρας του, ανέπτυξε στη συνέχεια ένα προσωπικό στυλ και αντλώντας από καταστάσεις της καθημερινότητας υπήρξε δημιουργός φανταστικών κόσμων και παραμυθιών. Παρέμεινε πιστός στη μεγάλη οθόνη έναντι της μικρής, την οποία σατίριζε σε κάθε ευκαιρία.

Τα πρώτα χρόνια στο Ρίμινι

 Ο Φεντερίκο Φελίνι γεννήθηκε στις 20 Ιανουαρίου 1920 στο Ρίμινι της Ιταλίας, γιος του Ουρμπάνο Φελίνι, ενός πλασιέ από το Σαβινιάνο, και της Ίντα Μπαρμπιάνι από τη Ρώμη, η οποία είχε διαρρήξει τις σχέσεις της με την πλούσια οικογένειά της. Ένας αδελφός, ο Ρικάρντο (κατόπιν σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ) και μία αδελφή, η Μανταλένα (μετέπειτα ηθοποιός και συγγραφέας), συμπλήρωναν την οικογένεια Φελίνι.

Στα 10 του ο Φεντερίκο το σκάει από την οικογενειακή εστία και ακολουθεί το τσίρκο του Πιερίνο, όπου φροντίζει μία άρρωστη ζέβρα. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ταξιδεύει σ’ όλη την Ιταλία μ’ έναν περιοδεύοντα θίασο, γράφοντάς του μονόπρακτα.

Έπειτα από μία περίοδο στη Φλωρεντία, εγκαθίσταται στη Ρώμη, όπου γράφει και κάνει σκίτσα για το χιουμοριστικό εβδομαδιαίο περιοδικό «Marc Aurelio», δουλεύει ως εικονογράφος και μεταφραστής σε κόμικς, γράφει θεατρικά έργα για το ραδιόφωνο και γκαγκ για τους κωμικούς Άλντο Φαμπρίτσι και Ερμίνιο Μακάριο.

 Φεντερικο Φελινι - Ο σκηνοθέτης - «ποιητής της εικόνας» - Βιογραφία - Σαν  Σήμερα .gr
Ο Φεντερίκο Φελίνι με την ηθοποιό και σύζυγό του Τζουλιέτα Μασίνα

Όσο δουλεύει στο ραδιόφωνο γνωρίζει την ηθοποιό Τζουλιέτα Μασίνα, την οποία νυμφεύεται στη Ρώμη στις 30 Οκτωβρίου 1943. Το καλοκαίρι του 1944 αποκτούν ένα γιο, που πεθαίνει λίγες εβδομάδες αργότερα.

Με την άφιξη των αμερικανικών δυνάμεων ο Φελίνι ανοίγει το «Μαγαζί της Αστείας Φάτσας» («The Funny Face Shop»), όπου φτιάχνει γελοιογραφίες και γρήγορα πορτρέτα στους στρατιώτες. Το 1944 γνωρίζει τον πατριάρχη του ιταλικού νεορεαλισμού, Ρομπέρτο Ροσελίνι, ο οποίος του ζητά να τον βοηθήσει στη συγγραφή του σεναρίου της αριστουργηματικής ταινίας του «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη» («Roma città aperta», 1945).

Ήταν η ουσιαστική είσοδος του Φελίνι στον κόσμο του κινηματογράφου, που συνοδεύτηκε με υποψηφιότητα για το Όσκαρ σεναρίου το 1947. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’40 συνέχισε τη συνεργασία του με τον Ροσελίνι και δούλεψε με τους σκηνοθέτες Αλμπέρτο Λατουάντα και Πιέτρο Τζέρμι.

Η πρώτη ταινία του Φελίνι: «Τα φώτα του βαριετέ»

Το 1951 πέρασε στο χώρο της σκηνοθεσίας, γυρίζοντας την πρώτη του ταινία με τίτλο «Τα φώτα του βαριετέ» («Luci del varieta»), με τη βοήθεια του Αλμπέρτο Λατουάντα. Στην ταινία, η οποία αφηγείται την ιστορία μιας επαρχιωτοπούλας που ονειρεύεται τη δόξα του παλκοσένικου και είναι επηρεασμένη από τον ιταλικό νεορεαλισμό, πρωτοεμφανίζονται μερικά από τα κατοπινά θέματα του σκηνοθέτη, ιδιαίτερα εκείνο του κόσμου του θεάματος.

Θα ακολουθήσουν, πάντα στο πνεύμα του νεορρεαλισμού, «Ο Λευκός Σεΐχης» («Lo sceicco bianco», 1952), μία σατιρική ματιά πάνω στον κόσμο των φωτορομάντζων και «Οι Βιτελόνι» («I vitelloni», 1953), μία ειρωνική ματιά πάνω στα αδιέξοδα και στην ανία της επαρχιακής ζωής. Ήταν το πρώτο ορόσημο στην καριέρα του ως σκηνοθέτη, καθώς θα αποσπάσει τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας.

Το 1954 καθιερώνεται με το αριστουργηματικό «Λα στράντα» («La Strada»), στο οποίο παρουσιάζει τη σχέση ενός «ζωώδους» αρσενικού, περιπλανώμενου τσιρκολάνου (Άντονι Κουίν) και της αφελούς και εύθραυστης Τζελσομίνα (Τζουλιέτα Μασίνα). Η ταινία πρωτοπροβλήθηκε στη χώρα μας με τον τίτλο «Πουλημένη από τη Μάνα της».

Στις «Σκιές του υποκόσμου» («II bidone», 1955), μία από τις πιο παραγνωρισμένες ταινίες του Φελίνι, μας παρουσιάζει μία χωρίς συναισθηματισμούς σκληρή εικόνα του κόσμου των μικροαπατεώνων, ενώ στην ταινία «Οι νύχτες της Καμπίρια» («Le notti di Cabiria», 1957) η σύζυγός του πρωταγωνιστεί στο ρόλο της καλόκαρδης πόρνης που, παρά τα συνεχή χτυπήματα της ζωής, εξακολουθεί να πιστεύει στην αγάπη και την καλοσύνη των ανθρώπων.

Η «Γλυκιά ζωή»

100 χρόνια Φελίνι: Ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι μιλά για την κρίσιμη και πολύτιμη  σχέση του με τον Μαέστρο (audio) | LiFOΟ Φεντερίκο Φελίνι με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι στα γυρίσματα της ταινίας «La Dolce Vita» (1959)

Με τη «Ντόλτσε Βίτα ή «Γλυκιά ζωή» («La dolce vita», 1959), ο Φελίνι πέρασε στη δεύτερη και πιο σημαντική περίοδο του κινηματογραφικού του έργου. Πρόκειται για μία συγκλονιστική τοιχογραφία της κοινωνίας της Ρώμης στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, σε σενάριο Πιερ Πάολο Παζολίνι και πρωταγωνιστές τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και την Αννίτα Έκμπεργκ.

Στο αριστουργηματικό «Οκτώμισι» («Otto e mezzo», 1963), ο σκηνοθέτης αφήνει ελεύθερη τη φαντασία του για να μας μιλήσει για τον ίδιο του τον εαυτό, τις παιδικές του μνήμες, τις ερωτικές φαντασιώσεις του, τα τραύματα μιας ρωμαιοκαθολικής παιδείας, αλλά και τα αδιέξοδα του καλλιτέχνη – δημιουργού σ’ έναν κόσμο όπου την κυρίαρχη θέση κατέχουν η αποξένωση και η πνευματική σύγχυση.

Με την «Ιουλιέτα των Πνευμάτων» («Giulietta degli spiriti», 1965), πρώτη έγχρωμη ταινία του, ο Φελίνι μας παρουσιάζει το πορτραίτο μιας καταπιεσμένης Ιταλίδας νοικοκυράς που, μέσα από τις φαντασιώσεις της, καταφέρνει να απελευθερωθεί. Με το «Σατυρικόν» («Fellini Satyricon», 1969) αντιμετωπίζει κριτικά και με ειρωνεία τη σύγχρονη, παρηκμασμένη κοινωνία, μέσα από ένα ταξίδι στην αρχαία Ρώμη του Πετρώνιου. Με τους «Κλόουν» («I clowns», 1970) ο Φελίνι επιστρέφει στον κόσμο του θεάματος, σχολιάζοντας την παρακμή ενός είδους και σατιρίζοντας ταυτόχρονα την εισβολή του τηλεοπτικού θεάματος.

Στην ταινία του «Ρόμα» («Roma», 1972) συναντάται το ρωμαϊκό χθες με το σήμερα, μέσω μιας διαχρονικής περιπλάνησης σε δρόμους της Ρώμης, σε υπόγειες στοές, σε χώρους που φέρουν τα σημάδια του ένδοξου παρελθόντος, αλλά και της σημερινής αλλοτρίωσης. Οι αναμνήσεις της παιδικής και εφηβικής ζωής, αναμεμειγμένης με όλα τα αγαπημένα θέματα του σκηνοθέτη (γυναίκα, σεξ, εκκλησία, θέαμα, φασισμός, κινηματογράφος) είναι παρόντα σ’ αυτή του την ταινία, όπως και στην επόμενη, «Άμαρκορντ» ή «Θυμάμαι» («Amarcord», 1973).

Η μνήμη, όμως, είναι παρούσα και στον «Καζανόβα» («Il Casanova di Federico Fellini», 1976), στην οποία ο καταβεβλημένος από τα γηρατειά δον Ζουάν αναπολεί τους έρωτές του. Το 1978 ο Φελίνι θα γυρίσει την αλληγορική «Πρόβα Ορχήστρας» («Prova d’ Orchestra»), τακτοποιώντας τους συλλογισμούς του γύρω από την αταξία και το χάος της ιταλικής κοινωνίας, που αποσυντίθεται.

Οι αγώνες της γυναίκας για απελευθέρωση, αλλά και οι φοβίες του άντρα μπροστά σ’ αυτή την εξέγερση των φεμινιστριών θα αποτελέσουν την πηγή έμπνευσης για την πολυσυζητημένη και αμφιλεγόμενη ταινία του «Η Πόλη των γυναικών («La citta delle donne», 1980).

Η επόμενη ταινία του «Και το πλοίο φεύγει («Ε la nave va«», 1983) είναι ένα ελεγειακό και λυρικό σχόλιο για την Ευρώπη πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ στο «Τζίντζερ και Φρεντ» («Ginger e Fred», 1985), ο σκηνοθέτης ξανασμίγει με τη γυναίκα του ύστερα από 30 χρόνια, σε μια ταινία όπου εκτός από το σχόλιο για τον κόσμο του μιούζικ-χολ που χάνεται, ασκεί μία καυστική κριτική της τηλεόρασης. Η κριτική του στη μικρή οθόνη θα συνεχιστεί και στην ταινία του «Η Συνέντευξη» («Intervista», 1986), αναμνήσεις του Φελίνι από την πρώτη του εμφάνιση στα στούντιο της Τσινετσιτά μέσα από μια συνέντευξη που ο σκηνοθέτης δίνει σ’ ένα ιαπωνικό τηλεοπτικό συνεργείο.

Το κύκνειο άσμα του «ποιητή της εικόνας»

Το έργο του Φελίνι κλείνει με τη «Φωνή του φεγγαριού» («La voce della luna», 1990), ένα είδος επιστροφής στον κόσμο των κλόουν, των ονειροπαρμένων, αλλά και μία ματιά πάνω σ’ έναν κόσμο που χάνεται ταυτόχρονα με μιαν άλλη πάνω σ' ένα αμφίβολο μέλλον.

Ο Φεντερίκο Φελίνι πέθανε στη Ρώμη στις 31 Οκτωβρίου 1993, μία μέρα μετά την επέτειο των πενήντα χρόνων του γάμου του με την Τζουλιέτα Μασίνα. Είχε υποστεί καρδιακή προσβολή λίγες ημέρες νωρίτερα. Την κηδεία του, που έγινε στο Στούντιο 5 της Τσινετσιτά στη Ρώμη, παρακολούθησαν 70.000 κόσμου. Κατά παράκληση της συζύγου του ο τρομπετίστας Μάουρο Μαούρ έπαιξε τη σύνθεση του Νίνο Ρότα – βασικού συνεργάτη του Φελίνι – «Improvviso dell’ Angelo».

Στη διάρκεια της ζωής του τιμήθηκε με πλήθος βραβείων. Ξεχωρίζει ο «Χρυσός Φοίνικας» του Φεστιβάλ των Καννών («Ντόλτσε Βίτα»), ο «Χρυσός Λέοντας» («Σκιές του υποκόσμου»») και οι δύο «Αργυροί Λέοντες» («Οι Βιτελόνι», «Λα Στράντα») του Φεστιβάλ της Βενετίας. Οι δημιουργίες του βραβεύτηκαν τέσσερις φορές με Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας («Λα Στράντα», «Οι νύχτες της Καμπίρια», «Οκτώμισι», «Άμαρκορντ»), ενώ ο ίδιος ήταν 12 φορές υποψήφιος στις κατηγορίες σεναρίου και σκηνοθεσίας. Το 1993 βραβεύτηκε με Όσκαρ για το σύνολο της προσφοράς του στον κινηματογράφο.


Πηγή:© SanSimera.gr

10 ταινίες του Φεντερίκο Φελίνι που πρέπει να δεις

Ο Φεντερίκο Φελίνι (1920-1993) υπήρξε από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του κινηματογράφου του 20ού αιώνα. Περισσότερο ένας λαϊκός σκηνοθέτης και λιγότερο ένας auteur με την έννοια των εξεζητημένων δημιουργών του κινηματογράφου όπως τον ήθελαν πολλοί, ένας σοφός εικονοπλάστης του οποίου οι ταινίες αποτελούν σημείο αναφοράς μέχρι σήμερα. Τα δείγματα αντιγραφής, επιρροής και αναπαραγωγής του έργου του τόσο στον διεθνή κινηματογράφο όσο και στο θέατρο, από την εποχή της μεγάλης του ακμής μέχρι και σήμερα, 20 χρόνια μετά τον θάνατό του, είναι αναρίθμητα.  

Ας θυμηθούμε μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του:    

La Strada (1954) Mε τους Άντονι Κουίν και την Τζουλιέτα Μασίνα.

Το έργο που για πρώτη φορά έκανε γνωστό τον Φελίνι έξω από τα σύνορα της χώρας του, όταν κέρδισε τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας το 1954 και το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1956, είναι μια σπαρακτική ταινία σε νεορεαλιστικό φόντο. Ένα ταξίδι, μέσα από μια κατακερματισμένη και κουρελιασμένη Ιταλία, σε μια αλληγορική σύγκρουση της αθωότητας και του ονείρου με τη μυϊκή δύναμη, τα ζωώδη ένστικτα και το μυαλό. 

Ένας πλανόδιος «μασίστας» προσλαμβάνει ένα αγράμματο κορίτσι για βοηθό του με αντάλλαγμα μια μακαρονάδα. Εκείνη τον ακολουθεί σαν πιστό σκυλί στην τουρνέ του στις λασπωμένες κωμοπόλεις, ενώ εκείνος της φέρεται οικτρά. Περνάνε διάφορες μικροπεριπέτειες μαζί και στο τέλος την εγκαταλείπει. Όταν χρόνια μετά μαθαίνει τον θάνατό της, καταρρέει και ξεσπάει σε κλάματα. Αν και στην εποχή της θεωρήθηκε «προδοσία» του νεορεαλισμού και χτυπήθηκε από τους αριστερούς διανοούμενους, σηματοδοτεί την απαρχή μιας μεγάλης πορείας για τον Φελίνι, καθώς είχε πια συγκεντρώσει γύρω του μερικούς από τους σημαντικότερους συνεργάτες του, που θα τον ακολουθούσαν έκτοτε στις μελλοντικές, αξιομνημόνευτες ταινίες του: τον συνθέτη Νίνο Ρότα, τον διευθυντή φωτογραφίας Οτέλο Μαρτέλι, τους σεναριογράφους Ένιο Φλαϊάνο και Τούλιο Πινέλι. Η παραγωγή ήταν του θρυλικού ντουέτου της Τσινετσιτά, Κάρλο Πόντι και Ντίνο ντε Λαουρέντις.    

Νύχτες της Καμπίρια (1956) Mε την Τζουλιέτα Μασίνα.

Η σημαντικότερη ταινία της πρώτης περιόδου του Φελίνι. Η ιστορία της αγαθιάρας και κακομοίρας λαϊκής πόρνης Καμπίρια που ζει κι επιβιώνει στις εργατικές συνοικίες της Ρώμης. Μια νύχτα θα βρεθεί στην πολυτελή έπαυλη ενός σταρ του σινεμά. Από κει θα φύγει άπραγη, ενώ σε μια άλλη περίπτωση θα συμμετάσχει σε νούμερο ταχυδακτυλουργού ενός συνοικιακού βοντβίλ. Εκεί θα την γνωρίσει ένας ομορφονιός, ο οποίος θα της πουλήσει έρωτα. Σε ένα τους ραντεβουδάκι θα την οδηγήσει σε ένα δασάκι δίπλα σε έναν γκρεμό, θα της αρπάξει όλες της τις οικονομίες και θα εξαφανιστεί. Η γλυκιά και αφελής Καμπίρια θα κλάψει για την εξαπάτησή της αλλά στο συναρπαστικό φινάλε θα γίνει ένα με μια παρέα νέων αγοριών και κοριτσιών που κατηφορίζουν χαμογελαστοί, τραγουδώντας στον δρόμο. Η ζωή αποδεικνύεται υπέροχη ακόμα και μετά τη συντριβή. Ο Φελίνι είχε συνεργαστεί σεναριακά  με τον Πιερ Πάολο Παζολίνι που ήξερε την ιδιαίτερη γλώσσα του λούμπεν του ρωμαϊκού προλεταριάτου. Οι Νύχτες της Καμπίρια έχουν επίσης βραβευτεί με Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1957.    

La Dolce Vita (1960) Mε την εκθαμβωτική Ανίτα Έκμπεργκ, τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και την Ανούκ Εμέ, ενώ ανάμεσα σε πολλούς διάσημους Ιταλούς ηθοποιούς κάνει ένα πέρασμα και η αξέχαστη Nico.

Μια ταινία-θρύλος, ένα εκπληκτικό μωσαϊκό της παρακμιακής ζωής της ανώτερης τάξης της Ρώμης που αποκαλύπτεται με έναν τρόπο που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε ξαναγίνει. Συγχρόνως, μια ταινία για το τέλος της αθωότητας και την αρχή της εποχής της μαζικής αυταπάτης. Η ταινία ξεκινάει με ένα ελικόπτερο που μεταφέρει πάνω από την «αιώνια πόλη» ένας άγαλμα του Χριστού. Και από κει η κάμερα ακολουθεί την πορεία ενός φέρελπι δημοσιογράφου που γράφει κοσμικά ενσταντανέ και κουτσομπολιά  του διεθνούς τζετ σετ. Ο Μαρτσέλο, όπως λέγεται ο ήρωας της ταινίας, θα βρεθεί να ακολουθεί μια Αμερικανίδα σούπερ σταρ στους ξέφρενους ρυθμούς ενός πάρτι (όπου τραγουδάει ο Αντριάνο Τσελεντάνο), ενώ, στην προσπάθειά του να τη ρίξει στο κρεβάτι, φτάνει το ξημέρωμα. Η σκηνή με τον πρωινό γαλατά στο ποδήλατό του να παρακολουθεί αποσβολωμένος την Έκμπεργκ, ντυμένη με μια μαύρη τουαλέτα, να φιλιέται με τον Μαστρογιάννι μες στα νερά της Φοντάνα ντι Τρέβι είναι από τις διασημότερες εικόνες του κινηματογράφου. Ο δημοσιογράφος καλύπτει επίσης ένα όραμα, συνδιαλέγεται σε ατέρμονες συζητήσεις διανοουμένων, επισκέπτεται τα κοσμικά στέκια της Βία Βένετο, εισβάλλει σε πύργους της αριστοκρατίας, κάνει έρωτα με ένα πλουσιοκόριτσο μέσα σ’ ένα καταγώγι, ξενυχτάει συμμετέχοντας σε όργιο σε μια βίλα. Εν τέλει, το παίρνει απόφαση ότι η «γλυκιά ζωή» αξίζει τόσο όσο και το να ξεπουλιέται στους πλούσιους άφρονες φίλους του, ωραιοποιώντας στις κοσμικές στήλες την άσκοπη ζωή τους. Η ταινία ενόχλησε το Βατικανό, που τη θεώρησε μια αλληγορία για τη Δευτέρα Παρουσία. Με την Dolce Vita ο Φελίνι απέκτησε απίστευτη διεθνή φήμη και ο τίτλος έγινε συνώνυμος της ανεμελιάς και του γκλάμουρ, όπως και οι φωτογράφοι-παπαράτσι απέκτησαν όνομα χάρη στο παρατσούκλι ενός σκανδαλοθήρα φωτογράφου που ακολουθεί τον πρωταγωνιστή. Χρυσός Φοίνικας στις Κάννες το 1960 και Όσκαρ Κοστουμιών Ασπρόμαυρης Ταινίας το 1961.    

8½ (1963) Mε τον Μαρτσέλο Μαστρογιάννι, την Κλαούντια Καρντινάλε και την Ανούκ Εμέ.

Το σημαντικότερο ίσως κινηματογραφικό επίτευγμα του Φελίνι, με ανεπανάληπτα πλάνα-σεκάνς όπου παρελαύνουν όλες οι προσωπικές του φαντασιώσεις, οι φοβίες και οι ονειρικές εικόνες που μέχρι τότε δεν είχε τολμήσει να υλοποιήσει. Ένα έργο-εσωτερικός μονόλογος αναπόλησης της αγωνίας του καλλιτέχνη και του αγώνα της δημιουργίας. Ο τίτλος συμβολίζει την 8η ταινία του, ενώ το «μισό» τη συμμετοχή του σε δύο επεισόδια δύο σπονδυλωτών ταινιών. Ο Γκούιντο που υποδύεται ο Μαστρογιάννι είναι ένας σκηνοθέτης που έχει στερέψει από ιδέες τη στιγμή που του έχει ανατεθεί μια υπερπαραγωγή. Περνώντας από τις παιδικές του αναμνήσεις, τις σεξουαλικές εμμονές της εφηβείας και φτάνοντας μέχρι τις διαψεύσεις της ωριμότητας φτάνει στην παραδοχή της ήττας. Στο διάσημο φινάλε της ταινίας ο σκηνοθέτης στήνει έναν εντυπωσιακό κυκλικό χορό τον οποίο κατευθύνει μέσα από έναν τηλεβόα και στον οποίο συμμετέχουν όλοι ο βασικοί χαρακτήρες της ταινίας και της ζωής του. Οι κριτικοί της εποχής έκαναν παραλληλισμό του 8½ με την Κόλαση του Δάντη. Η ταινία έκανε πρεμιέρα εκτός συναγωνισμού στις Κάννες, ενώ αμέσως μετά πήρε το μεγάλο βραβείο στο Φεστιβάλ της Μόσχας. Προτάθηκε για Όσκαρ σε διάφορες κατηγορίες, αλλά πήρε ξανά εκείνο της Ξενόγλωσσης Ταινίας και Κοστουμιών. Η μουσική του Νίνο Ρότα για την ταινία είναι πλέον μνημειακή.    

Η Τζουλιέτα των πνευμάτων (1965)

Με την Τζουλιέτα Μασίνα είναι σαν ο σκηνοθέτης να επιστρέφει στον κόσμο των κόμιξ, απ’ όπου ξεκίνησε. Σαν ένας θηλυκός Φελίνι, η Τζουλιέτα χάνεται σε έναν φανταστικό κόσμο όπου οι πιέσεις που δέχεται από το περιβάλλον της την οδηγούν σε κρίση ταυτότητας. Ο άπιστος σύζυγος, οι υπερφίαλες και εξεζητημένες αδελφές και η μητέρα, ένας κόσμος –επιτέλους έγχρωμος– εξωπραγματικός και υπερβολικός μέσα από περσόνες-καρικατούρες ενός ατόφιου φελινικού σύμπαντος: μνήμη, εμμονές, όνειρα, διαψεύσεις. Και αυτή του η ταινία πήρε πολλά διεθνή βραβεία, αλλά αμφισβητήθηκε κιόλας αν και κατά πόσο ήταν αντάξια του σπουδαίου δημιουργού και όχι ένα όχημα για την αγαπημένη σύντροφο και πρωταγωνίστριά του.    

Satyricon (1969)

Η ταινία-στοίχημα του Φελίνι, που μέσα από τις αποσπασματικές σκηνές του έργου του Γάιου Πετρώνιου, arbiter elegantiae, δηλαδή συμβούλου αισθητικής και κομψότητας του Νέρωνα, σκιαγράφησε μοναδικά τον κολασμένο 1ο μ.Χ. αιώνα. Στην ταινία ανασυντίθεται μια άλλη Ρώμη, που από κάποιες απόψεις δεν απέχει και πολύ από αυτήν της σύγχρονης εποχής, ένα «παραμύθι για ενήλικες» όπως χαρακτηρίστηκε, στην οποία ο κομίστας Φελίνι στήνει ένα εντυπωσιακό σκηνικό της αρχαίας πόλης. Με απενοχοποιημένη και αφοπλιστική μαεστρία μιλάει για μια εποχή παρακμής, ταραχής και αποσύνθεσης. Σαν να θέλει ουσιαστικά να μιλήσει με μια παραβολή για το σήμερα και να εντυπωσιάσει με τα σκηνικά του και τις ευφάνταστες εικόνες του. Δύο φίλοι, ο Εγκόλπιο και ο Ασίλτο, μονομαχούν για τον ωραίο έφηβο Γκιτόνε. Χάνει ο ένας, γίνονται εχθροί μέχρι να τους επανασυνδέσει ένας σεισμός. Στη διαδρομή της ιστορίας ο Φελίνι αφήνει τη φαντασία του να καλπάσει και να δημιουργήσει μία από τις πιο αλλόκοτες ταινίες του διεθνούς κινηματογράφου. Στους ρόλους παρελαύνουν σε σύντομες εμφανίσεις πολλές δόξες του σινεμά, από τη Λουτσία Μποζέ και την Καπουσίν μέχρι τη Ρίκα Διαλυνά.     

Amarcord (1973) Που στα ρομανιόλ σημαίνει «θυμάμαι».

Μια ημιβιογραφική και κωμικο-δραματική ταινία για την εφηβεία που εκτυλίσσεται στο Μπόργκο Σαν Τζουλιάνο, πολύ κοντά στα αρχαία τείχη του Ρίμινι. Μια εξαιρετική αναπαράσταση της φασιστικής δεκαετίας του ’30, που μέσα από τις περιπέτειες μιας παρέας εφήβων που ανακαλύπτουν τη σεξουαλικότητά τους γελοιοποιείται κάθε είδους εξουσία, από εκείνη του σχολείου μέχρι της φασιστικής αρχής και της Καθολικής Εκκλησίας. Ο Φελίνι βρισκόταν στο απόγειο της δημιουργικότητάς του, με αποτέλεσμα η ταινία να είναι ένας καταιγισμός χρωμάτων και εικόνων που συμπληρώνονται από τις ωραιότερες μελωδίες του Νίνο Ρότα. Χαιρετισμός σε μια όχι και τόσο αθώα εποχή, λίγο πριν παραδοθούν τα πάντα στη λαίλαπα του πολέμου και του θανάτου.    

Ο Καζανόβας (1976)

Με τον Ντόναλντ Σάδερλαντ – είναι και η μοναδική ταινία που ο Φελίνι γύρισε στα αγγλικά, αλλά και στα γαλλικά και γερμανικά. Βασισμένος στην αυτοβιογραφία του θρυλικού καρδιοκατακτητή του 18ου αιώνα Τζιάκομο Καζανόβα, ο δημιουργός κατέκτησε με αυτό του το έργο την απόλυτη κινηματογραφική αισθητική. Με τη συνδρομή του διάσημου σκηνογράφου και ενδυματολόγου Ντανίλο Ντονάτι, ο οποίος κέρδισε και το Όσκαρ Ενδυματολογίας με τον Καζανόβα, έστησε μέσα στην Τσινετσιτά ανείπωτης τελειότητας ατμόσφαιρες μιας παρηκμασμένης εποχής. Ο Καζανόβας του είναι ένας γερασμένος πια και θλιβερός εγωιστής που περιφέρει την αξιοθρήνητη περσόνα του ανά την Ευρώπη, ανίκανος να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Στην πρώτη εκδοχή του σεναρίου ο Φελίνι δεν έδειχνε κανέναν οίκτο για τον αριστοκράτη εραστή των μπουντουάρ. Ήταν στη διάρκεια των γυρισμάτων που κάπως άρχισε να δείχνει κάποια συμπάθεια στον ήρωά του, ο οποίος άλλωστε πέφτει θύμα των γυναικών, ενώ αποπειράται να αυτοκτονήσει. Στις μέρες μας η ταινία θεωρείται πια ένα αριστουργηματικό κομψοτέχνημα της ιδιαίτερης κινηματογραφικής γλώσσας του μαέστρο, μέσα στο οποίο ο Καναδός ηθοποιός τόλμησε να πρωταγωνιστήσει και να λάμψει.    

Η πόλη των γυναικών (1980)

Με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι. Η απόλυτη υπερπαραγωγή της Τσινετσιτά, με την οποία ο Φελίνι στήνει έναν κόσμο που αποτελείται αποκλειστικά από γυναίκες κάθε είδους και εξουσίας, οι οποίες κυριαρχούν επάνω στον κατακαημένο Σναποράζ που υποδύεται ο αγαπημένος του ηθοποιός. Όλα αρχίζουν μέσα σε ένα τρένο και από κει θα συνεχιστούν απίστευτες καταστάσεις ενός υπερθεάματος το οποίο στο τέλος και λίγο πριν από τους τίτλους θα αποδειχθεί εφιάλτης. Που δεν είναι άλλος από τον εφιάλτη του σύγχρονου μεσήλικα άντρα, του οποίου όλες οι παλιές παραδοχές και αξίες ζωής έχουν καταρριφθεί από την εξέλιξη των πραγμάτων. Μια εποχή κατά την οποία η αντρική επικυριαρχία βρίσκεται σε απόλυτη αμφισβήτηση. Ένας σχεδόν ανεστραμμένος κόσμος από εκείνον του σκηνοθέτη-θηριοδαμαστή του 8½.    

Και το πλοίο σαλπάρει (1983)

Εδώ είναι σαν ο Φελίνι να συναντάει τον Βισκόντι. Το κρουαζιερόπλοιο «Gloria N.» ξεκινάει από το λιμάνι της Νάπολης το 1914 ένα ταξίδι με προορισμό τη νήσο «Έρημο», όπου οι φίλοι της σπουδαιότερης τραγουδίστριας όπερας όλων των εποχών, που έχει πεθάνει, θα σκορπίσουν στα ανοιχτά της θάλασσας τις στάχτες της. Αντίπαλες σοπράνο, τραγουδιστές, δάσκαλοι, αριστοκράτες, κάθε λογής άνθρωποι άλλων εποχών έχουν επιβιβαστεί στο πλοίο για να είναι παρόντες στην τελευταία επιθυμία της μεγάλης ντίβας, να «επιστρέψει» με αυτό τον τρόπο στη γενέτειρά της. Ξαφνικά εμφανίζονται στο κατάστρωμα Σέρβοι πολιτικοί πρόσφυγες και οι ταξιδιώτες τρομοκρατούνται. Η δράση της ταινίας  τοποθετείται, φυσικά, λίγο πριν από το ξέσπασμα του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου, οπότε ο παλιός κόσμος του 19ου αιώνα καταρρέει οριστικά. Ο Φελίνι, ψάχνοντας την ιδανική ηθοποιό για να ενσαρκώσει μια εκ γενετής τυφλή Αυστρο-ουγγαρέζα πριγκίπισσα, έπεσε επάνω στην εύθραυστη Πίνα Μπάους, η οποία τον μάγεψε τόσο που την έπεισε να παίξει τον ρόλο. Τελικά, είναι σαν να έκανε την ταινία για χάρη της, αν και ο ρινόκερος στο αμπάρι του πλοίου παραμένει το φετίχ του εικαστικά ανυπέρβλητου E la nave va.    

Πηγή: lifo

Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS