Ο επίλογος της συμμορίας των αδελφών Ντάλτον – Ποια ήταν η πραγματική ιστορία τους
Στις 5 Οκτωβρίου του 1892 η συμμορία των αδελφών Ντάλτον πέφτει νεκρή, τερματίζοντας με αυτό τον τρόπο τη δράση μίας από τις πιο σκληρές συμμορίες της Άγριας Δύσης.
Η συμμορία των αδελφών Ντάλτον δεν είναι αποκύημα της φαντασίας. Ήταν μία πραγματική συμμορία που δεν δίστασε να δείξει το σκληρό της πρόσωπο στην Αμερικανική δύση στη τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα. Με ειδικότητα τις ληστείες τρένων και τραπεζών, οι Ντάλτον κέρδισαν την αθανασία μέσα από το διάσημο κόμικς των Μόρις και Γκοσινί, «Λούκι Λουκ».
Η ιστορία ξεκινάει περίπου στην περίοδο του Αμερικανικού εμφυλίου (1861-1865) και της εποχής της Ανοικοδόμησης. Ο Λιούις Ντάλτον, επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης σαλούν στο Κάνσας, παντρεύεται την Αντελίν Γιάνγκερ και μετακομίζουν από το Μισούρι στη βορειοδυτική Οκλαχόμα.
Το ζευγάρι απέκτησε συνολικά δεκαπέντε παιδιά, τα δύο όμως πέθαναν λίγο μετά τη γέννηση τους. Το 1886 μετακόμισαν στο Κάνσας, εκεί όπου οι αδελφοί Ντάλτον «κληρονόμησαν» μία αιματοβαμμένη παράδοση από τις συμμορίες Κουάντριλ και άλλων ανταρτών που δρούσαν στη περιοχή πριν και κατά τη διάρκεια του αμερικανικού εμφυλίου.
Τρία χρόνια αργότερα, ο Λιούις απεβίωσε και η Αντελίν κλήθηκε να μεγαλώσει μόνη της τα παιδιά.
Ο μεγαλύτερος από τα αδέλφια, Φρανκ Ντάλτον, υπηρέτησε ως βοηθός αστυνόμος στο Ομοσπονδιακό Περιφερειακό Δικαστήριο στο Φορτ Σμιθ του Αρκάνσας. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν και τα δύο του αδέλφια Γκράτον και Μπομπ, όταν ο μεγάλος τους αδελφός σκοτώθηκε σε μία συμπλοκή με ανταλλαγή πυροβολισμών.
Από «υπηρέτες» του νόμου… επικεφαλής συμμορίας
Οι Ντάλτον όπως απεικονίζονται από τους Μόρις και Γκοσινί στο «Λούκι Λουκ»
Για τρία σχεδόν χρόνια ο Γκράντ και ο Μπομπ υπηρέτησαν ως σερίφηδες σε διάφορες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Όλα όμως άλλαξαν, όταν η υπηρεσία έπαψε να τους πληρώνει. Οι Ντάλτον άρχισαν να διακινούν παράνομα αλκοόλ μέχρι που η αστυνομία τους συνέλαβε. Ο Έμετ Ντάλτον εργαζόταν ως καουμπόι σε ένα μικρό μπαρ και συμμετείχε στις δράσεις των άλλων δύο αδελφών. Ο Μπομπ φυγοδίκησε, οι υπόλοιποι απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες, αλλά έχασαν τις δουλειές τους.
Κάπως έτσι ξεκίνησε η συμμορία των Ντάλτον που σταδιακά θα αποκτούσε και νέα μέλη. Ο πρώτος από αυτούς ήταν ο Μπιλ Ντάλτον. Οικογενειάρχης και μέλος του νομοθετικού σώματος της Καλιφόρνια είχε μόλις ξεκινήσει την πολιτική του καριέρα, η οποία δεν θα διαρκέσει αρκετά, αφού οι ενέργειες των αδελφών του θα την επισκιάσουν. Ο Μπιλ γίνεται το τέταρτο μέλος της συμμορίας κι έτσι ξεκινάν τις πρώτες ληστείες σε χαρτοπαικτικές λέσχες και ζωοκλοπές.
Η «ληστεία του τρένου» και η μεγάλη απόδραση
Στις 6 Φεβρουαρίου του 1891 έγινε η απόπειρα μίας μεγάλης ληστείας σε τρένο για την οποία κατηγορήθηκαν οι Ντάλτον. Τέσσερις μασκοφόροι επιχείρησαν να ληστέψουν το τρένο «Southerrn Pacific» χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ένας εκ των δραστών, πιστεύεται ο Μπιλ Ντάλτον, πυροβόλησε πάνω από τα κεφάλια των επιβατών, κρατώντας τους όμηρους, την στιγμή που οι υπόλοιποι ανάγκασαν τον οδηγό να τους οδηγήσει στο βαγόνι με τα λεφτά.
Πάνω στην αναταραχή οι Ντάλτον σκότωσαν τον οδηγό, ενώ ο υπεύθυνος φύλαξης των χρημάτων κατάφερε να τους τρέψει σε φυγή. Ένα μεγάλο ανθρωποκυνηγητό ήταν σε εξέλιξη.
Η συμμορία, όμως, δεν πτοήθηκε και συνέχισε την παράνομη δράση με ληστείες – επιτυχημένες αυτή την φορά – σε τρένα που μετέφεραν χρηματικά ποσά.
Λίγα χρόνια μετά οι Αρχές εντόπισαν και συνέλαβαν τον Γκραντ, καταδικάζοντας τον σε 20ετη κάθειρξη. Κατά την μεταγωγή του ο Γκραντ Ντάλτον κατάφερε να διαφύγει. Σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής, ο Γκραντ ξεκλείδωσε τις χειροπέδες και πήδηξε από το παράθυρο του τρένου, όταν ένας από τους δύο σερίφηδες που τον συνόδευαν αποκοιμήθηκε και ο άλλος έπιασε συζήτηση με τους επιβάτες του τρένου.
Ο Γκραντ έπεσε μέσα σε ένα ποτάμι και αργότερα συναντήθηκε ξανά με τα αδέλφια του στην Οκλαχόμα.
Το αιματηρό τέλος
Η φύλαξη των τρένων έγινε αυστηρότερη και οι απόπειρες των Ντάλτον πιο επικίνδυνες για τους ίδιους. Έτσι, ο Μπομπ έριξε την ιδέα να στραφούν στη ληστεία τραπεζών με το σχέδιο να προβλέπει την ταυτόχρονη ληστεία δύο τραπεζών στο Κάνσας. Αυτή θα ήταν και η τελευταία δράση της διάσημης συμμορίας.
Στις 5 Οκτωβρίου του 1892 ο Μπομπ, ο Γκραντ, ο Έμετ μαζί με άλλα δύο μέλη τον Ντικ Μπρόντουελ και τον Μπιλ Πάουερς, άτομα τα οποία γνώριζε ο Έμετ από το ράντσο που εργαζόταν ως καουμπόι, έβαλαν ως στόχο την C.M Condon & Company Bank και την First National Bank στο Κόφιβιλ.
Η συμμορία συγκεντρώθηκε στο κέντρο της πόλης και αμέσως χωρίστηκαν για να θέσουν σε εφαρμογή το σχέδιο. Τα πράγματα όμως δεν πήγαν όπως οι Ντάλτον περίμεναν.
Οι φωνές ενός κατοίκου της περιοχής και η ενεργοποίηση του συναγερμού μίας εκ των τραπεζών προκάλεσαν αναταραχή. Οι Ντάλτον στην προσπάθεια τους να διαφύγουν άρχισαν να πυροβολούν.
Οι Αρχές ανταπέδωσαν τα πυρά. Από το μακελειό σκοτώθηκαν ο Μπομπ και ο Γκραντ και τα άλλα δύο μέλη της συμμορίας, καθώς και ο σερίφης της περιοχής, Τσαρλς Κόνελι.
Το μνημείο των Ντάλτον
Ο Έμετ διέφυγε τραυματισμένος από 27 σφαίρες, αλλά συνελήφθη λίγο αργότερα. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στις φυλακές εργάστηκε στο ραφείο και ως υπάλληλος μεταφοράς. Δεκαπέντε χρόνια μετά (1907), ο κυβερνήτης της πολιτείας του απένειμε χάρη.
Ο Έμετ επέστρεψε στην Καλιφόρνια, έζησε ως επιχειρηματίας κι έγραψε σε βιβλίο την ιστορία της οικογένειας Ντάλτον. Πέθανε στις 13 Αυγούστου του 1937.
Όσον αφορά τον Μπιλ Ντάλτον, που δεν συμμετείχε στη ληστεία των τραπεζών, εκείνος συνέχισε την εγκληματική του δράση για δύο χρόνια μαζί με τον κακοποιό Μπιλ Ντούλιν. Πυροβολήθηκε από αστυνομικούς στην προσπάθεια του να διαφύγει στην Οκλαχόμα τον Ιούνιο του 1894.