Η πιο δύσκολη απόφαση του Αλέξη Τσίπρα – όμως ποτέ το νέο δεν γεννιέται εύκολα
Ο Αλέξης Τσίπρας πήρε μια από τις δυσκολότερες αποφάσεις. Παραιτήθηκε από βουλευτής. Αναγκαίο, για να κάνει ένα πραγματικά νέο βήμα
Είμαι σίγουρος ότι δεν ήταν καθόλου εύκολη απόφαση. Δεν είναι απλώς η εγκατάλειψη ενός οικείου χώρου όπως η Βουλή. Είναι, πάνω από όλα, η διάρρηξη και των τελευταίων δεσμών με έναν κομματικό σχηματισμό στον οποίο ο Αλέξης Τσίπρας όχι απλώς συμμετείχε, αλλά ουσιαστικά συνέβαλε όσο κανένας άλλος στο να δυναμώσει, να αναδειχθεί και να βρεθεί στην εξουσία.
Δεν είναι μικρό πράγμα ένας άνθρωπος που προκάλεσε μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές εκπλήξεις στην Ευρώπη, που πήρε ένα μικρό αριστερό κόμμα, που μέχρι τότε έδινε μάχη σε κάθε εκλογική αναμέτρηση για την επιβίωσή του, και το οδήγησε στην εξουσία, εκπροσωπώντας όχι μόνο τους ψηφοφόρους του, αλλά και την ελπίδα μιας ολόκληρης κοινωνίας, και που στη συνέχεια κατάφερε να σταθεί όρθιος και να καταφέρει να βγάλει τη χώρα του από ένα ασφυκτικό πλαίσιο επιτήρησης, να επιλέγει τώρα να παραιτηθεί από τη Βουλή και να βάλει τελεία σε ένα μεγάλο και σημαντικό κεφάλαιο της ίδιας, της προσωπικής του ιστορίας.
Ιδίως όταν αυτό συνεπάγεται ότι χάνει και τα προνόμια που διατηρούσε ως πρώην πρωθυπουργός και τα οποία έχουν ως προϋπόθεση να είναι μέλος της Βουλής. Πλέον, εάν εξαιρέσει κανείς την αυξημένη αστυνομική προστασία, δεν θα έχει τίποτα. Και αν δεν με απατά η μνήμη μου κανένας άλλος πρώην πρωθυπουργός που είχε τη δυνατότητα να είναι βουλευτής δεν έκανε μια τέτοια επιλογή στη μέση μιας κοινοβουλευτικής θητείας.
Σημαίνει ακόμη τη ρήξη με μια σειρά από περιχαρακωμένους αποκομμένους στην πραγματικότητα από την κοινωνία κομματικούς μηχανισμούς που αδυνατούν να κατανοήσουν ότι ίδια η χώρα έχει αλλάξει σελίδα και ότι η εσωστρέφεια και η αυτοαναφορικότητά τους, απλώς τους κάνει ολοένα και περισσότερο μέρος του προβλήματος.
Δεν σημαίνει, όμως, σε κανένα βαθμό, ρήξη και απομάκρυνση από την κοινωνία. Το ακριβώς αντίθετο. Σε όλη τη διαδρομή του ο Αλέξης Τσίπρας μπορούσε να συνομιλεί με την κοινωνία και να την εκπροσωπεί ακριβώς επειδή μπορούσε να την αφουγκραστεί. Αυτή η δυνατότητα να μιλάει σε ακροατήρια πολύ πέρα από τα στενά κομματικά ήταν που οδήγησε στην εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ και η ικανότητα να κατανοεί τι πραγματικά αποζητά η κοινωνία σε μια δύσκολη στιγμή, όπως το καλοκαίρι του 2015 (τότε που ήταν πρωτίστως η Ευρώπη εκείνη που αποδείχτηκε πολύ κατώτερη των ιστορικών περιστάσεων) ήταν αυτό που επέτρεψε στην Αριστερά να συνεχίσει να διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας έως το 2019.
Όμως, ποτέ δεν σταμάτησε αυτός ο διάλογος με την κοινωνία. Και ουσιαστικά με αυτή την επιλογή του ο Αλέξης Τσίπρας επιλέγει να αφήσει πίσω τους κομματικούς μηχανισμούς και να επιστρέψει στην κοινωνία. Να συναντηθεί ξανά με την αγωνία των ανθρώπων που έξι χρόνια πριν πίστεψαν ότι θα ερχόταν η κανονικότητα και αντιθέτως βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν μια κυβέρνηση που σταδιακά εγκατέλειψε ακόμη και τα προσχήματα ως προς το κράτος δικαίου, που διαχειρίστηκε τη δημόσια χρηματοδότηση αποκλειστικά ως κομματικό εργαλείο, που αφήνει αναπάντητο το αίτημα δικαιοσύνης για τα Τέμπη και που άφησε να εξελιχθεί ανεξέλεγκτη μια κρίση κόστους ζωής που διαρκώς επιδεινώνεται, διευρύνοντας τις ανισότητες και απειλώντας την κοινωνική συνοχή.
Να το πούμε απλά: ο Αλέξης Τσίπρας δοκιμάζει ουσιαστικά να συναντηθεί με την κοινωνία ξανά «ελεύθερος βαρών» αλλά και χωρίς κανένα προστατευτικό δίκτυ ασφαλείας. Μια κοινωνία που παραμένει επιφυλακτική και που περιμένει απαντήσεις. Που ένα μέρος της εξακολουθεί να βιώνει το «2015» ως ένα τραύμα, πρωτίστως γιατί ποτέ δεν της δόθηκαν και όλα τα στοιχεία και τα δεδομένα για το τι συνέβη τότε (θυμηθείτε ότι χρειάστηκε η δημοσιογραφική αποκάλυψη του in για να μάθουμε, δέκα χρόνια μετά, τι ακριβώς διαμείφθηκε στο Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών την επομένη του δημοψηφίσματος). Και που δεν περιμένει ούτε μεγαλοστομίες, ούτε ανέξοδες δεσμεύσεις, αλλά πραγματικές εγγυήσεις για μια δημοκρατική διακυβέρνηση που θα μπορεί να φέρει την κοινωνική πλειοψηφία σε καλύτερη θέση.
Με την κίνησή του αυτή ο Αλέξης Τσίπρας βγαίνει από το πλαίσιο του τρόπου που διεξάγεται η πολιτική αντιπαράθεση σήμερα στη χώρα και που έχει οδηγήσει στο παράδοξο να έχουμε μια από τις πιο αντιδημοφιλείς κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης και ταυτόχρονα την πιο αναποτελεσματική και γι’ αυτό επίσης χαμηλής δημοφιλίας αντιπολίτευση που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Ανατρέπει τις ισορροπίες, με δεδομένο και το γεγονός ότι εκεί όπου κυβέρνηση και αντιπολίτευση συναντιούνταν ήταν στις επιθέσεις τους προς τον Αλέξη Τσίπρα, οι μεν γιατί τον αναγνώριζαν ως αντίπαλο, οι δε γιατί κατανοούσαν ότι δεν μπορούσαν, όσο και να προσπαθούσαν, να παίξουν έναν ρόλο αντίστοιχο με αυτόν που κατάφερε αυτός να παίξει.
Είναι σαφές ότι ο Αλέξης Τσίπρας, παραιτείται από τη βουλευτική έδρα, αλλά δεν παραιτείται από την πολιτική. Σε τελική ανάλυση, όλο το προηγούμενο διάστημα δεν σταμάτησε να παρεμβαίνει πολιτικά. Μπορεί να μην έκανε παρεμβάσεις στη Βουλή, πράγμα λογικό γιατί διαφορετικά θα ήταν σαν να προσπαθούσε να βάλει τρικλοποδιά στο ίδιο του το κόμμα, όμως έκανε πλήθος ουσιαστικών πολιτικών παρεμβάσεων στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, οργάνωσε δύο σημαντικά διεθνή συνέδρια με συμμετοχή διεθνών προσωπικοτήτων, έκανε παρεμβάσεις σε σημαντικές εκδηλώσεις και βεβαίως όποτε χρειάστηκε δεν δίστασε να πάρει θέση δημόσια για σοβαρά ζητήματα. Πάνω από όλα κατέστησε σαφές ότι σήμερα πρωτίστως δοκιμάζει να στοχαστεί ποια μπορεί να είναι η εναλλακτική σε έναν νεοφιλελευθερισμό σε βαθιά κρίση, μια διαφορετική πολιτική που να μην μένει μόνο στη διαμαρτυρία, αλλά να μπορεί όντως να κάνει πράξη μια διαφορετική διακυβέρνηση που να βάζει ξανά στο κέντρο έννοιες όπως αναδιανομή και κοινωνική δικαιοσύνη.
Είναι προφανές ότι θα υπάρξει «επόμενη μέρα». Το περίγραμμά της δεν το γνωρίζουμε ακόμη με σαφήνεια, όμως φαίνεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν θέλει να ακολουθήσει την πεπατημένη. Δεν φεύγει από τη Βουλή για να φτιάξει ένα ακόμη κόμμα, αλλά για να δοκιμάσει να κάνει πολιτική με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που μας έφερε στη σημερινή βαθιά κοινωνική και πολιτική κρίση. Παραιτείται από ένα κομματικό «εγώ» για να συναντηθεί ξανά με ένα συλλογικό «εμείς».
Όπως ακριβώς το 2012-2015 ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν απλώς ένα ακόμη κόμμα, αλλά ο φορέας μέσα από τον οποίο διοχετεύτηκε η κοινωνική οργή και αγανάκτηση και εκπροσωπήθηκε η ελπίδα μιας κοινωνίας που ένιωθε το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια της, έτσι και τώρα αυτό που απαιτείται δεν είναι απλώς ένας ακόμη σχηματισμός «από τα πάνω», αλλά η ανασυγκρότηση μιας κοινωνικής δυναμικής «από τα κάτω» και η «μετάφρασή» της σε πολιτικό λόγο και στρατηγική, με όρους όχι ντουντούκας που κάνει τα συνθήματα να ακούγονται πιο δυνατά, ούτε πολιτικού μάρκετινγκ, αλλά μιας νέας ιστορικής δυναμικής, μιας νέας πορείας της χώρας έξω και πέρα από τα σημερινά δεδομένα.
Και τέτοιες δυναμικές δεν φτιάχνονται ποτέ με απλές εξαγγελίες, ούτε γίνονται σε μια μέρα. Απαιτούν συγκέντρωση γνώσης, τριβή με την κοινωνία, πάλη ενάντια στην αυτονόητη δυσπιστία των ανθρώπων απέναντι στους επαγγελματίες της πολιτικής, αυτοκριτική, αλλά και αποφασιστικότητα. Πάνω από όλα απαιτούν κάποιος να γυρίσει την πλάτη σε μια λογική και κουλτούρα πολιτικής δημοσιότητας όπου η υπερέκθεση πάει χέρι χέρι με την κενολογία.
Με έναν τρόπο η χώρα απαιτεί να επιστρέψει η πολιτική στο προσκήνιο. Η πολιτική όχι ως γραφειοκρατική διαχείριση του υπάρχοντος, όχι ως κυνική και ιδιοτελής προσκόλληση στην εξουσία, όχι ως διαρκές πολιτικό θέαμα, αλλά η πολιτική ως δύναμη αλλαγής του κόσμου, ως εκείνη η ικανότητα να διαβάζει κανείς την συγκυρία και τις τάσεις της, να διακρίνει τα κοινωνικά στρώματα και τους ανθρώπους που μπορούν πραγματικά να βάλουν πλάτη για κάτι καλύτερο και να τολμά ξανά να έχει ένα όραμα για το αύριο. Όπως είπε και ο Τσίπρας στην εμβληματική Σορβόννη, «πρέπει να αναβιώσουμε σήμερα το παλιό σύνθημα του Μάη του ’68: Είμαστε ρεαλιστές, επιδιώκουμε το αδύνατο». Κάποιες φορές πρέπει κανείς να στοχεύει ψηλά για να μπορέσει να πάει μακριά.
PS: Ξεχωριστής σημασίας λεπτομέρεια: την απόφαση να παραιτηθεί από βουλευτής ο Τσίπρας έλαβε τον Αύγουστο γράφοντας το βιβλίο του. Βάζοντας τελεία σε κάποια πρόταση, συνειδητοποίησε ότι το κεφάλαιο αυτό έκλεισε για τον ίδιο.