Δεν αξίζει της Κηφισιάς
- Κατηγορία ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ
- 0 σχόλια
Γράφει ο Γιάννης Κατσίμπας
Πώς θα αντιμετωπίσεις τη φρικώδη αυτή Δημαρχία; Κατακεραυνώνοντας με πουριτανικές ιερεμιάδες όσους «ψωνίζουν»; Ή βγάζοντας τα παιδιά από την ανάγκη να διαθέτουν την ίδια του προσωπικότητα;
Σε λίγο καιρό η ατζέντα της επικαιρότητας θα έχει εντελώς αλλάξει.
Ολες οι σοβαρές καταγγελίες για εγκλήματα και για κακοποιήσεις από θέση εξουσίας θα έχουν πάρει τη δικαστική ή την πειθαρχική οδό. Η άνοιξη θα επελαύνει. Εφόσον οι εμβολιασμοί βαίνουν καλά από άποψη ταχύτητας και αποτελεσματικότητας, θα προσβλέπουμε στην ανάκαμψη της οικονομίας μέσω του τουρισμού. Η εστίαση θα λειτουργεί επιτέλους, τα «τραπεζάκια έξω» θα ανασταίνουν την πόλη. Ακόμα και τα θέατρα θα ετοιμάζονται να ξανανοίξουν.
Οσοι εξετράπησαν γενικεύοντας άκριτα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όσοι έσουραν τον αναβαλλόμενο επί δικαίων και αδίκων, θα καπνίζουν την πίπα της ειρήνης, θα αναθερμαίνουν τις λυκοφιλίες για να συμμετάσχουν στα κάθε λογής δρώμενα. Διότι στο τέλος μιλάει το δια ταύτα. Κάποιος θα πει «δεν παίζω μαζί σου ρε, γιατί τη δύσκολη στιγμή μού πέταξες λάσπη!». Οι περισσότεροι ωστόσο από τους αδίκως θιγέντες θα δώσουν σιωπηλή αμνηστία. Ετσι είναι οι άνθρωποι. Ξεχνούν. Θέλουν να ξεχνούν.
Από τα εξαιρετικά δυσάρεστα που λυτρωτικά ξετυλίχτηκαν εμπρός στα μάτια μας, τρία γενικότερα ζητήματα πρέπει να μείνουν. Η κοινωνία ψύχραιμα να τα αναστοχαστεί. Οι Αρχές να πράξουν.
Η πληγή, πρώτον, της «πολιτικής πορνείας». Δεν χρειάζεται κανείς να διαβάσει καταθέσεις, αρκεί να περπατάει στο κέντρο της Κηφισιάς. (Και των άλλων μεγάλων ελληνικών πόλεων, υποθέτω.) Μάτια άμα έχει, βλέπει τι συμβαίνει πέριξ του Σταθμού του Ηλεκτρικού, στην Πλατεία Πλάτανου και στη εν γένει πέριξ του κέντρου και όχι μόνο ευρύτερης Κηφισιάς μέχρι σχετικά πρόσφατα. Σμάρια οι έφηβοι κάνουν αυτό το ιδιόμορφο πεζοδρόμιο. Φεύγουν απ’ τις οικογένειες και συναντούν τους υπεύθυνους του Δήμου, τους κάθε λογής «Αυλίτιδες και Θωμάκους» και αρχίζει το «μεγάλο πάρε-δώσε» και «εκδίδονται» αντί πινακίου φακής. Για ένα χαρτζιλίκι. Για να μαζέψουν τα προς το ζην, ώστε να συνεχίσουν το ταξίδι τους που τη φαντάζονται Γη της Επαγγελίας.
Χιλιάδες ευυπόληπτοι συμπολίτες μας -καλλιτέχνες αλλά και γραφειοκράτες, δεδηλωμένοι ομοφυλόφιλοι μα και συμβατικοί οικογενειάρχες, σαραντάρηδες και εβδομηντάρηδες, αρκετοί σοκαρίστηκαν δήθεν με όσα σήμερα συμβαίνουν.
Πώς θα αντιμετωπίσεις τη φρικώδη αυτή Δημαρχία; Κατακεραυνώνοντας με πουριτανικές ιερεμιάδες όσους «ψωνίζουν»; Ή βγάζοντας τα παιδιά από την ανάγκη να διαθέτουν την ίδια τους τη ζωή, τη προσωπικότητά τους;
Το ακανθώδες, δεύτερον, ερώτημα πότε χειραφετείται κανείς. Από ποια ηλικία μπορεί να έχει ιδιαίτερες επαφές δίχως να δίνει λογαριασμό σε κανέναν.
Παλιότερα τα κορίτσια αντιμετωπίζονταν διαφορετικά από τα αγόρια, ο νομοθέτης τις έκρινε ώριμες νωρίτερα. Ενδεχομένως να ήταν – ας αναλογισθούμε πόσες Ελληνίδες στη γενιά των μαμάδων ή των γιαγιάδων μας τεκνοποιούσαν πριν από τα είκοσι.
Στις μέρες μας η κατάσταση έχει μεταβληθεί. Βλέπεις δεκαπεντάρηδες αμφοτέρων των φύλων να χυμάνε έτοιμοι, ασυγκράτητοι στον έρωτα. Και άλλους, γεννημένους την ίδια χρονιά, να παραμένουν παιδιά, ουσιαστικά ανυποψίαστοι, για αυτό και πιο ευάλωτοι. Δεν θα μπορούσαν ασφαλώς να κρίνονται κατά περίπτωση – να παραχωρείται στους μεν το ελεύθερο, να παραμένουν οι δε υπό επιτήρηση ώσπου να μεστώσουν…
Θα έπρεπε ενδεχομένως να λαμβάνεται υπόψη η ηλικιακή διαφορά στις πολύ νεανικές σχέσεις. Αλλο να ερωτεύεσαι, να συνευρίσκεσαι, με κάποιον που σε περνάει δύο ή και πέντε ίσως χρόνια. Αλλο εντελώς να παρασύρεσαι στο κρεβάτι κάποιου μεσόκοπου. Πόσω δε μάλλον αν έχετε σχέση δασκάλου – μαθητή.
Η κωδικοποίηση, τρίτον, του «me too». Πρέπει να τεθούν συγκεκριμένοι κανόνες. Να περιγραφεί με εξαντλητική σαφήνεια τι απαγορεύεται. Ποιες συμπεριφορές είναι μη ανεκτές, κολάσιμες σε επαγγελματικούς και εκπαιδευτικούς χώρους και όπου αλλού συγχρωτιζόμαστε. Και ό,τι δεν εμπίπτει στη λίστα όχι απλώς να επιτρέπεται μα και να μην μπορεί κανείς τρίτος να το πιάσει στο στόμα του.
Δεν αναφέρομαι μόνο σε γνήσια έλξη, ειλικρινές πάθος, ειδύλλια της μιας έστω βραδιάς. Μα και σε σχέσεις υπολογισμού μεταξύ συναινούντων ενηλίκων. Καθένας έχει το ελεύθερο να προσφέρει τα θέλγητρά του έναντι απτών ή εικαζόμενων ανταλλαγμάτων.
Αλίμονο εάν επικρατήσουν ήθη κατηχητικού. Αλίμονο εάν η πολιτεία ή ο γείτονας χώνει τη μύτη του στα σεντόνια σου επικαλούμενος τα χρηστά ήθη, διψώντας στην πραγματικότητα για κουτσομπολιό.
Αλλοίμονο εν τέλη να αφήσουμε όλους αυτούς τους νέους στα γαμψά, διψασμένα από ματαιοδοξία και λιγδιασμένα νύχια κάθε ελεεινού πολιτευτή τύπου «Αυλίτη - Θωμάκου»-
